Πέμπτη 7 Ιανουαρίου 2010

Η «πίσω αυλή» της αστυνομίας


Ξέρετε ποιο είναι το πρόβλημα; Ότι ακόμα κι αν η καταγγελία της αστυνομικής βίας και αυθαιρεσίας στην Πάτμο αποδειχθεί κενή περιεχομένου, ήδη έχει γίνει πιστευτή.

Τα «μεμονωμένα» περιστατικά έχουν πληθύνει τόσο επικίνδυνα που σχεδόν συνιστούν καθεστώς και κάθε περί του αντιθέτου επιχείρημα έχει την αξία πομφόλυγας προτού καν χρησιμοποιηθεί. Και το δυστύχημα είναι ότι οι ίδιοι οι αστυνομικοί- με τη δυναμική συνδρομή των εκάστοτε αρμόδιων υπουργών- κατάφεραν να απαξιώσουν σε τέτοιο άθλιο βαθμό τον κλάδο τους.

Η είδηση του περιστατικού στην Πάτμο έχει ιδιαιτερότητες- είναι η είδηση που σε ρίχνει από τα σύννεφα, όχι ως κλισέ φράση, αλλά με την ολότητα της μεταφοράς: Αμπού Γκράιμπ στην Πάτμο- στην Πάτμο!-, σε ένα μικρό νησί κατ’ εξοχήν φιλήσυχων ανθρώπων, με πρωταγωνιστές νεαρούς Έλληνες και όχι μετανάστες- στα μικρά νησιά του Αιγαίου συνήθως μετανάστες κακομεταχειρίζονται.

Εδώ που τα λέμε, το ότι νεαροί Έλληνες έπεσαν θύμα αστυνομικής βίας ουδόλως προκαλεί εντύπωση. Η δράση της ΕΛ.ΑΣ τα τελευταία χρόνια έχει παράγει περιστατικά-έννοιες που η απλή αναφορά τους παραπέμπει σε ζοφερές μνήμες: Αλέξανδρος Γρηγορόπουλος, ζαρντινιέρα, πράσινα παπούτσια, κ.α…

Κι όμως- φαίνεται ότι η αστυνομική βία ακολουθεί τη νεανική κινητοποίηση του Δεκέμβρη. Τότε τα Εξάρχεια ήταν παντού, σε εθνική κλίμακα. Η βία της αστυνομίας (μοιάζει να) ακολουθεί κατά πόδας. Αντίδραση στη δράση και τανάπαλιν. Λες και μερίδα βάναυσων αστυνομικών έχει λύσει τα χαλινάρια, δεν νοιάζεται για συνέπειες, θεωρεί δεδομένη την ατιμωρησία. Κι αν… την πατάει με τους Έλληνες (σε αυτές τις περιπτώσεις έχουμε συχνότερα αποκαλύψεις), δύσκολα φαντάζεται κανείς τι βιώνουν οι δύσμοιροι μετανάστες στα χέρια του κάθε αυτόκλητου ράμπο.

Δεν θα’ θελα να είμαι σε δύο θέσεις. Αυτή του αστυνομικού, του εργαζόμενου που απαρέγκλιτα εφαρμόζει την αποστολή του, και σε αυτή του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη. Ο πρώτος γίνεται αντικείμενο χλεύης (τουλάχιστον) ακόμα κι αν δεν είναι άμεσα ένοχος- και ο δεύτερος διότι είναι αντιμέτωπος με δύο πιθανά σενάρια: είτε στην προσπάθεια του να βάλει μία τάξη βοηθά στο να αποκαλύπτονται πιο εύκολα τα περιστατικά αστυνομικής βίας (άρα εκτίθεται ως υπουργός) είτε τα λόγια του ήχησαν σαν τουφεκιά στον αέρα στα αυτιά διεφθαρμένων αστυνομικών, των οποίων η ασυδοσία είναι βαθιά ριζωμένη.

Ευθύνη φέρουν και οι δύο. Ο πρώτος διότι φοβούμενος τη… ρουφιανιά (δήθεν) γίνεται θύμα μίας παράλογης συντεχνιακής αλληλεγγύης, ανέχεται αποβράσματα, δεν «βλέπει» και δεν «ακούει», κάνει την πάπια όταν μπροστά του ανεβαίνει η ελληνική εκδοχή του «Εξπρές του Μεσονυχτίου». Και ο δεύτερος διότι έχει δώσει τεράστια έμφαση στα λόγια τα μεγάλα και τα απειλητικά, πολλές φορές ανακαλύπτοντας εχθρούς (στα πιτσιρίκια γαμώτο…), αντί να καθαρίσει πρώτα την πίσω αυλή του, που έχει παραδεχθεί ότι βρίθει σαπρόφυτων και λοιπών παράσιτων.

Δύσκολη η θέση τους. Αλλά η κατάσταση έχει φτάσει στο απροχώρητο. Και να έχεις καλή πίστη απέναντι στην αστυνομία, χάνεται στο δρόμο και σιχτιρίζεις από πάνω που είσαι καλοπροαίρετος. Ναι, η εποχή του αλησμόνητου «Praetor urbanis» του Β. Πολύδωρα μάλλον μας αφήνει για τα καλά, μένουν όμως πολλά και επιτακτικά.

Δεν είναι δυνατό να φέρουν όπλο άτομα με προβλήματα ψυχικής υγείας. Πότε επιτέλους θα γίνουν τα περιβόητα ψυχολογικά τεστ; Όταν θα έχουμε νέο αίμα; Πότε η αστυνομία και το αρμόδιο υπουργείο θα ασχοληθούν σοβαρά με τους αληθινούς βιαστές της Δημοκρατίας, τους επίορκους αστυνομικούς; Πόσο δύσκολο είναι να εντοπίσουν και να αποπέμψουν τα φασίζοντα στοιχεία από τις τάξεις της; Πότε θα καταλάβουν ότι αυτά τα γεγονότα δεν τραυματίζουν μόνο την εικόνα της ΕΛ.ΑΣ, αλλά αλλοιώνουν την ουσία της έννομης τάξης; Πότε θα αντιληφθούν ότι ο αστυνομικός από προστάτης του πολίτη, στα μάτια του ίδιου του πολίτη τείνει να γίνει εξαιρετικά απεχθής, αν όχι τρομακτικός;

Πολύ φοβούμαι ότι απάντηση στα παραπάνω είναι το «όταν θα είναι πια αργά»- αν δεν είναι ήδη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου