Πέμπτη 16 Σεπτεμβρίου 2010

Η ατελείωτη νύχτα του Κ. Καραμανλή


«Αναλαμβάνω το μερίδιο των ευθυνών που μας αναλογεί για την υπόθεση του Βατοπεδίου». Πίσω στο μακρινό (και εξαιρετικά ταραχώδες) 2008. 16 Δεκεμβρίου. Συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της ΝΔ. Ο πρώην πρωθυπουργός βρίσκεται στο βήμα, εμφανώς αγχωμένος…

Η Ελλάδα καίγεται (κυριολεκτικά) από τα γεγονότα του Δεκεμβρίου, ενώ επί μήνες σέρνεται ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα της μεταπολίτευσης: Η υπόθεση Βατοπεδίου, που ήρθε στο φως της δημοσιότητας το καλοκαίρι εκείνης της χρονιάς. Μέχρι τότε ο Καραμανλής δεν είχε μιλήσει. Μέσω του κυβερνητικού εκπροσώπου και των (καθιερωμένων ως τροχιοδείκτη του πολιτικού ρεπορτάζ της εποχής) διαρροών, το Μαξίμου «δεν γνώριζε τίποτα». Είχε καλυφθεί πίσω από τη δήλωση Σανιδά περί «παραπλανηθέντων υπουργών».

Στο βήμα της ΚΟ, ο Καραμανλής δεν είχε τη συνήθη θεατρικότητα του- έδειχνε καταπονημένος, το κουβάρι της παρακμής που ακολούθησε είχε αρχίσει να ξεδιπλώνεται. Μιλώντας- για πρώτη φορά δημοσίως- για το Βατοπέδι, είπε ότι αρχικώς υποτίμησε το θέμα και δεν είδε τις πραγματικές διαστάσεις του. Αναφερόμενος σε «όσα σκανδαλώδη έγιναν», τόνισε ότι πρόκειται για «μια θλιβερή ιστορία που ξεκίνησε προ 10ετίας». Συμπλήρωσε ότι η Μονή, παρά το πνευματικό έργο της, λειτούργησε σε βάρος του Δημοσίου, εκμεταλλεύτηκε την αδυναμία του κράτους και ενέπλεξε φορείς και υπηρεσίες. «Έπρεπε να ήμασταν πιο υποψιασμένοι» συμπλήρωσε ο πρωθυπουργός, αναγνωρίζοντας πως «αργήσαμε να κινηθούμε». «Το λάθος δεν το χρεώνω σε κανέναν άλλο, δικό μου ήταν», κατέληξε.

16 Σεπτεμβρίου 2010. «Ήταν μία καθ’ όλα νόμιμη και αξιοπρεπής απόφαση και η ΝΔ είχε συνομολογήσει ότι ήταν πολιτική απόφαση». Ανακοίνωση της Νέας Δημοκρατίας αναφορικά με την υπόθεση Βατοπεδίου. Εκδόθηκε στον απόηχο της κατάθεσης της Αικ. Πελέκη στην Επιτροπή Προκαταρκτικής Εξέτασης, όπου επέρριψε ευθύνες στον πρώην πρωθυπουργό για την υπόθεση: «Προφανώς υπήρξε κεντρική πολιτική απόφαση που ελήφθη με ευθύνη του πρωθυπουργού και μεταβιβάστηκε στους υπουργούς από τους καθ' ύλην αρμόδιους», είπε η συμβολαιογράφος και σύζυγος Βουλγαράκη.

Την ίδια ώρα, μιλώντας στο ρ/σ ΣΚΑΪ, ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ΝΔ, Κ. Τζαβάρας, τόνισε ότι ο τέως πρωθυπουργός έχει αναλάβει την πολιτική ευθύνη, καθώς και έχει αποσαφηνίσει ότι ήταν κεντρική πολιτική η απόφαση των ανταλλαγών προκειμένου να απεγκλωβιστούν οι ακτήμονες αλιείς της Βιστωνίδας.

Παράλληλα εμφανίστηκε και η ενόχληση των… «κύκλων» Καραμανλή, (του μοναδικού πρώην πρωθυπουργού που κρατάει μούτρα στον κόσμο και δεν μιλάει). Οι «κύκλοι» έλεγαν πως όλα αυτά (σ.σ. οι αιτιάσεις Πελέκη) δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα.

Στην ανακοίνωση της ΝΔ, όμως, αναφέρεται ότι «η κ. Πελέκη με την κατάθεσή της επιβεβαιώνει όσα λέει και η ΝΔ, ότι δηλαδή δεν υπάρχει ροή πολιτικού χρήματος, ότι δεν υπάρχει χρηματισμός προσώπων και ότι δεν υπάρχει σκάνδαλο. (…) Τα πορίσματα που έχουν κατατεθεί δεν δείχνουν ζημία. Αν υπάρχει έκθεση με άλλη μεθοδολογία υπολογισμού, να την δούμε».

Κατά τη ΝΔ δεν υπάρχει σκάνδαλο, μολονότι ο ίδιος ο πρώην πρωθυπουργός είχε χαρακτηρίσει την υπόθεση «σκανδαλώδη», προσθέτοντας και λοιπά απολογητικά επιχειρήματα.

Την Πέμπτη (16/9) κατέθεσε ο Λέανδρος Ρακιντζής, Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης. Φέρεται να δήλωσε ότι η ζημιά του Δημοσίου από την ανταλλαγή με τη Μονή ξεπερνά τις 73.000 ευρώ, που είναι το όριο για χαρακτηρισμό της πράξης ως κακουργήματος. Πρόσθεσε, όμως, ότι απαιτείται και πραγματογνωμοσύνη.

Στη Ρηγίλλης και σε λοιπά γαλάζια γραφεία μάλλον θεωρούν ότι απευθύνονται σε αμνήμονες ή ηλίθιους. Προφανώς ποντάρουν στη συλλογική λήθη. Πως είναι δυνατόν να γίνει πιστευτό το επιχείρημα περί «νόμιμης απόφασης», όταν ο ίδιος ο πρωθυπουργός τους (όταν πρωθυπούργευε μάλιστα!) είτε κρυβόταν είτε κατόπιν έπαιρνε αποστάσεις και αναλάμβανε με το στανιό την «πολιτική ευθύνη» της «σκανδαλώδους» υπόθεσης, αλλά ως εκεί. Μετά κρύφτηκε πάλι.

Η ΝΔ βρίσκεται ξεκάθαρα σε δυσχερή θέση και η νέα ηγεσία της πληρώνει ακόμα τις αμαρτίες της παλιάς. Το ερώτημα είναι γιατί επιμένουν να αντιμετωπίζουν τον Καραμανλή σαν ιερό τοτέμ, παρά τη σιγήν ιχθύος που τηρεί και για ακόμα πιο σοβαρά θέματα, όπως αυτό των παραποιημένων στατιστικών στοιχείων, που εκτόξευσαν το έλλειμμα και έβαλαν τη χώρα στο βαθύ πηγάδι της κρίσης.

Υγ: Και ένα προσωπικό ερώτημα: Πόσο λαϊκιστικό ή βιτριολικό είναι να διαμαρτύρεται κανείς για την αργομισθία του Καραμανλή στη Βουλή; Από τον Οκτώβριο του 2009 μέχρι σήμερα έχει μιλήσει μόλις μία φορά (και αυτό στις προγραμματικές δηλώσεις, καθώς δεν μπορούσε κι αλλιώς), δεν πατάει ποτέ, δεν έχει καταθέσει καμία ερώτηση, δεν κάνει τίποτα. Κι όμως πληρώνεται και χρεώνει το Δημόσιο με όλες τις προνομίες ενός βουλευτή.

Τρίτη 7 Σεπτεμβρίου 2010

Το soundtrack της κρίσης


Αν κάναμε παραπομπή στην Ιστορία, το μουσικό χαλί θα ήταν σχεδόν αυτονόητο: Παίζει ο Καζαντζίδης, ο χώρος γεμίζει με αχ-βαχ, μπουζοκοπενιές και κλαυθμούς- λύθηκε το θέμα. Τώρα όμως έχουμε 2010 και το soundtrack της κρίσης, ειδικά δε για τους νέους ανθρώπους, μάλλον είναι άλλο...

Προσφάτως δημοσιεύτηκε δημοσκόπηση της Κάπα Research αναφορικά με τις διαθέσεις των νέων της χώρας σε σχέση με τον εργασιακό τους βίο. Τα αποτελέσματα… συνθλιπτικά. Επτά στους δέκα, οι οποίοι είτε έχουν ολοκληρώσει είτε ολοκληρώνουν τις σπουδές τους, θα εγκατέλειπαν ευχαρίστως την Ελλάδα για μια δουλειά στο εξωτερικό. Τέσσερις στους δέκα έχουν ξεκινήσει τις απαραίτητες ενέργειες. Πολλοί το έχουν κάνει ήδη.

Το παραπάνω ενδεχομένως διαβάζεται ως μία ακόμα στατιστική- εσχάτως έχουμε πήξει από δαύτες, νούμερα μας έχουν παραζαλίσει. Ωστόσο, δηλώνει πολλά περισσότερα: την απόλυτη χρεοκοπία της χώρας- που δεν μπορεί να κρατήσει τα καλύτερα μυαλά της, σ’ αυτόν τον ερειπιώνα.

«Μια οικονομία και μια κοινωνία που δεν μπορούν να δώσουν ευκαιρίες εργασίας στους νέους, αντίστοιχες των προσόντων που απέκτησαν με δυσκολία, είναι αποτυχημένες». Τάδε έφη, Γιώργος Παπακωνσταντίνου, υπουργός Οικονομικών.

Το ζήτημα είναι εξαιρετικά σοβαρό. Τα εγχώρια ΜΜΕ, βεβαίως, κόπτονται περισσότερο- εδώ και μέρες- για την ονοματολογία (ανασχηματισμολογία, εκλογολογία, κ.λπ.), αφήνοντας τις σοβαρές ερωτήσεις για ξένα Μέσα, όπως η βελγική εφημερίδα «Libre Belgique», η οποία και έθεσε το θέμα στον κ. Παπακωνσταντίνου.

Η απάντηση είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα, έως σχιζοειδής. Παραδέχεται την αποτυχία της κυβέρνησης στην οποία μετέχει, αλλά και του εαυτού του, καθώς είναι εκ των αρμοδιότερων υπουργών. Βεβαίως, θα απαντούσε ότι η διακυβέρνηση Παπανδρέου παρέλαβε χάος και κρίση- θα έχει δίκιο-, «κληροδοτημένα» από τη διακυβέρνηση Καραμανλή και τις προηγούμενες- απολύτως δεκτό.

Όμως η διακυβέρνηση Παπανδρέου συμπληρώνει ένα έτος,- ναι- διαχειρίζεται μία εξαιρετικά δύσκολη συγκυρία, όμως το θέμα της ανεργίας των νέων (ή αν θέλετε των ευκαιριών, εν γένει) βρίσκεται στα χαμηλότερα πατώματα της ατζέντας, αν υπάρχει καν.

Στην ίδια συνέντευξη, ο υπουργός τονίζει ότι «δεν πρόκειται μόνο για ένα ζήτημα που σχετίζεται με την ανάπτυξη, αλλά για ένα βαθύτερο πρόβλημα που συνδέεται με τη νοοτροπία, τις δομές και την κοινωνία της χώρας». Θεμιτό, πλην εξαιρετικά ακαδημαϊκό. Την ώρα που ο κ. Παπακωνσταντίνου διατυπώνει τις απόψεις αυτές, εκατοντάδες χιλιάδες νέων βρίσκονται στη στενωπό της κατάθλιψης και της απελπισίας, δεν «βλέπουν» φως και ετοιμάζουν τις βαλίτσες τους για αλλαχού. Οι περισσότεροι είναι εγγράμματοι, ικανοί, με όρεξη, με πτυχία από καλά Πανεπιστήμια της Ελλάδας και του εξωτερικού.

Στην προσπάθεια του- μάλλον- να αποτινάξει τον ακαδημαϊκό χαρακτήρα των απόψεων του, ο Παπακωνσταντίνου μιλάει ως… υπουργός Οικονομικών: «Χρειάζεται να αλλάξουμε ριζικά το εκπαιδευτικό μας σύστημα. Θα πρέπει να αλλάξουμε τη δημόσια διοίκηση ώστε ο πολίτης να βλέπει, σε συνθήκες διαφάνειας, πώς δαπανώνται οι φορολογικές εισφορές του. Θα πρέπει να του δοθεί η δυνατότητα να συμμετέχει, κάτι που δεν συμβαίνει σήμερα. Είμαστε σε διαδικασία αλλαγής του εκλογικού μας συστήματος προκειμένου να θέσουμε τέλος στις πελατειακές σχέσεις».

Όλα καλά, αλλά πως η αλλαγή του εκλογικού συστήματος θα μπορούσε να αποτρέψει τη μαζική φυγή; Αφανίζοντας τις πελατειακές σχέσεις, δημιουργείς θέσεις εργασίας (άμεσα), την ώρα που τα «λουκέτα» πέφτουν βροχηδόν, και η συλλογική ψυχολογία είναι στα τάρταρα;

Μην αδικούμε, όμως, τον κ. Παπακωνσταντίνου- έχει αναλάβει έναν από τους πιο άχαρους πολιτικούς ρόλους της σύγχρονης ελληνικής Ιστορίας. Ας πάμε στους αρμοδιότερους. Μέχρι πρότινος, υπουργός Εργασίας ήταν ο Ανδρέας Λοβέρδος, ο οποίος από τη θέση αυτή ασχολήθηκε περισσότερο με τις μαύρες τρύπες στα Ταμεία και το Ασφαλιστικό. Για το θέμα της ανεργίας, περιορίστηκε σε ρόλο Κασσάνδρας (σκέτο, χωρίς προτάσεις ή λύσεις): Ανακοίνωνε με την απαραίτητη θεατρικότητα ότι η ανεργία στη χώρα αγγίζει τα ισπανικά ποσοστά (20%). Ως εκεί, συν κάτι κουπόνια…

Τώρα έχουμε νέα αρμόδια υπουργό, «προϊόν» της κυβερνητικής αναδόμησης. Η Λούκα Κατσέλη, πρώην υπουργός Οικονομίας και εξαιρετικά αντιδημοφιλής (αν πιστέψουμε τις σχετικές δημοσκοπήσεις) δήλωσε κατά την ανάληψη των καθηκόντων της ότι «προτεραιότητα θα είναι οι πολιτικές ενεργού απασχόλησης σε μια συγκυρία δύσκολη όπου θα πρέπει να στηριχθούν οι άνεργοι». Σε επίπεδο ανακοινώσεων παίρνει άριστα. Στην πράξη; Πως θα το κάνει όταν η αγορά στενάζει, όταν επί ένα χρόνο τώρα η κυβέρνηση λειτουργεί (για το θέμα) σε επίπεδο διαπιστώσεων, αν όχι τρομολαγνείας;

Και τα σημάδια δεν είναι τα καλύτερα: Ο ανασχηματισμός έδειξε ότι η κυβέρνηση στρέφει το ενδιαφέρον της στο… χρώμα του χάρτη (για τη νύχτα των εκλογών), εξ ου και η επιστράτευση σειράς «παλαιοπασόκων», καθώς και η υφυπουργοποίηση στελεχών από κάθε γωνιά. Όλοι ευτυχείς (εκεί), λες και ο κόσμος που ταλανίζεται έχει μία σκασίλα επιπλέον: Αν ο χάρτης βαφτεί πράσινος ή γαλάζιος.

Η ανεργία στους νέους τείνει να δημιουργήσει μία «χαμένη γενιά». Μία γενιά που μαθαίνει να αντιπαθεί τη χώρα της, να μισεί τον «άλλο», να μην ελπίζει σε τίποτα, να μηδενίζει τα πάντα. Και να παίρνει των ομματιών της για το εξωτερικό (όπου να’ ναι), τραγουδώντας- τη φορά αυτή- όχι Καζαντζίδη, άλλα ένα άλλο soundtrack: «So fuck you anyway», των Archive.