Κυριακή 21 Νοεμβρίου 2010

Γ. Αμυράς: Ένα- καθόλου τυχαίο- πολιτικό φαινόμενο της εποχής


«Το σύστημα τώρα μας υποτίμησε ή πες, το πιάσαμε στον ύπνο. Ήμασταν ένα πειρατικό που δεν το έπιασαν τα ραντάρ». Τα λόγια αυτά προέρχονται από μία από τις μεγαλύτερες εκπλήξεις- αν όχι τη μεγαλύτερη- των πρόσφατων αυτοδιοικητικών εκλογών. Του Γιώργου Αμυρά, ο οποίος από το πουθενά, με τη συνδρομή μερικών δεκάδων φίλων του και εθελοντών, έβαλε φωτιά στη σκηνή και οδήγησε του πολιτικούς αναλυτές σε νέες αναζητήσεις. Πολλοί μίλησαν για πολιτικό φαινόμενο. Ήταν;

Μία δημοφιλής διαφήμιση έχει ως σλόγκαν το «Τυχαίο; Δεν νομίζω». Ανάλογα ενδεχομένως απαντάται και η επιτυχία του εγχειρήματος του δημοσιογράφου- θεατρικού συγγραφέα. Το εκλογικό αποτέλεσμα έμοιαζε μεν σαν βολίδα που συνέλαβε άπαντες εξ απίνης, ωστόσο μία βαθύτερη ανάγνωση των πραγμάτων, σε καιρούς κρίσης, μπορεί να δώσει απαντήσεις για το εκκωφαντικό 7,37% στον Ά γύρο των εκλογών για το δήμο Αθηναίων.

Σε μία περίοδο που εν πολλοίς χαρακτηρίζεται από την απαξίωση του πολιτικού κόσμου (υπό την έννοια του προσωπικού που το συνθέτει), ο Γ. Αμυράς έκανε πράξη το λεγόμενο «σεμνά και ταπεινά», σε σημείο… εξοργιστικό. Όταν το nooz τον συνάντησε στο… εκλογικό του κέντρο (δλδ, μία ομπρέλα, μερικές καρέκλες, ένα παλιό ΙΧ τυλιγμένο με πολύχρωμα υφάσματα και κάτι ποδήλατα να κρέμονται σε στύλους) στην Παλιά Βουλή, έθεσε το ερώτημα στον ίδιο και τους συνεργάτες του, «γιατί δεν τα βάζετε επί της Σταδίου για να έρχεστε σε άμεση επαφή με τον κόσμο, αλλά τα τοποθετήσατε τόσο μέσα, που δεν φαίνεστε καν;». Η απάντηση ήταν αφοπλιστική: «Για να μην ενοχλούμε τους διαβάτες, να μην τους κόβουμε το δρόμο». Σίγουρα μία διαφορετική προσέγγιση του πολιτικού μάρκετινγκ.

Πως κινήθηκε προεκλογικά; Είπαμε: σεμνά και ταπεινά. Όπως ο ίδιος λέει, δεν χάλασαν ούτε ένα ευρώ σε διαφήμιση ή εκτύπωση φυλλαδίων. Κάτι λίγα ευρώ δαπάνησαν για τη δημιουργία ενός μικρού πανό, στο τέλος μάλιστα της προεκλογικής διαδρομής, για να το κρεμάσουν στο «αρχηγείο» τους, στην πλατεία Κολοκοτρώνη. Ο επικεφαλής του συνδυασμού «Επιμένουμε Αθήνα» κινείτο αποκλειστικά με ποδήλατο ή με μετρό. Αυτή η προεκλογική στάση ζωής μέτρησε στο μέσο ψηφοφόρο, που του ανεβαίνει το αίμα στο κεφάλι όταν βλέπει πολυδάπανες καμπάνιες, με άχρηστα ιλουστρασιόν φυλλάδια και διαφημίσεις με ξύλινα συνθήματα.

Τα ΜΜΕ άργησαν να τον «ανακαλύψουν»- μάλλον δεν είχε σημαντική προβολή. Μία ήταν, πάντως, αυτή που τον έβαλε στον εκλογικό χάρτη, που όπως μας είπε και ο ίδιος ισοδυναμούσε με δέκα συνεντεύξεις. Ο Ν. Χατζηνικολάου στο Alter είχε καλέσει τους υποψήφιους δημάρχους για το δ. Αθηναίων. Όλους. Μαζί και ο Γ. Αμυράς- ο οποίος εμφανίζεται με βερμούδα και ένα t-shirt, στο οποίο αναγράφονται τα «Πέντε Π», άλλως πως το μανιφέστο του Συνδυασμού. Μέσα σε πέντε λεπτά, συνοπτικά και στοχευμένα (βοήθησε ασφαλώς και η τηλεοπτική του εμπειρία), αναφέρει τους στόχους και παρουσιάζει το πρόγραμμα του. Είχε μπει στο «χάρτη» και στις μετρήσεις των δημοσκοπήσεων.

Ποια είναι τα «Πέντε Π»; Ποδήλατο, Πεζοδρόμια, Πράσινο, Πάρκινγκ, Πολιτισμός. Με άλλα λόγια βασικές ανάγκες του αθηναίου πολίτη- ανάγκες που λείπουν. Ο υποψήφιος Αμυράς μιλούσε για την καρδιά των προβλημάτων και όχι με συναισθηματισμούς στην «καρδιά» των πολιτών. Και για όλα πρότεινε λύσεις- εφικτές, όπως λέει, δοκιμασμένες σε άλλες μεγάλες πόλεις του εξωτερικού. Επίσης, οι απαντήσεις του στις ερωτήσεις (ακόμα και στις παγίδες) ήταν έξυπνες, με χιούμορ, χωρίς αποστέωση και κενολόγους βερμπαλισμούς. Κάπως έτσι το νερό είχε μπει στο αυλάκι.

Κάποιοι «διάβασαν» την υποψηφιότητα Αμυρά ως γραφικότητα ή απολίτικη ψήφο. Μάλλον χρησιμοποίησαν σκουριασμένα εργαλεία πολιτικής ανάλυσης. Με τη συνδρομή των social media, η υποψηφιότητα απέκτησε φτερά, καταφέρνοντας να προσελκύσει το ενδιαφέρον και τη στήριξη από ετερόκλητες ομάδες δράσης, οι οποίες στο πρόσωπο του Αμυρά είδαν τον εκπρόσωπο τους: Ποδηλάτες, φιλόζωους, μπλόγκερς, ακτιβιστές κηπουρούς, ανθρώπους της τέχνης, το κίνημα των πεζών, αναπηρικές οργανώσεις, νέους με απέχθεια στον κομματισμό, εν γένει ανήσυχους πολίτες που αναζητούν το καινούργιο, με τη λογική του καινοτόμου. Ήταν στα μάτια τους ο «τρελός του χωριού» που ανέβαινε στη σκηνή φωνάζοντας: «Απόψε αυτοσχεδιάζουμε». Έχοντας παράλληλα σχέδιο, που έβγαινε από το «εργαστήρι» της χαοτικά δημιουργικής ομάδας του. Το αποτέλεσμα γνωστό: 14.237 ψήφοι- τέταρτη δύναμη στον δήμο Αθηναίων.

Ο Γ. Αμυράς είναι άνθρωπος της δράσης- αυτό που ονομάζουμε ακτιβιστής. Κάπως έτσι προσέλκυσε τους ψηφοφόρους του. Έτσι θέλει να κινηθεί και μετεκλογικά, ως δημοτικός σύμβουλος. Σε συνέντευξη του στο «Κ» της Καθημερινής, λέει χαρακτηριστικά: «Στόχος μου είναι να γίνω η βουβουζέλα στο αυτί του κ. Καμίνη για κάθε πρόβλημα που βλέπω στην Αθήνα. Του εύχομαι να έχει δυνατό τύμπανο, γιατί δεν θα τον αφήσω σε ησυχία».

Πέμπτη 11 Νοεμβρίου 2010

Δημοκρατική επανάσταση απέναντι στο σκοτάδι


Στην τελική ευθεία δεν χωράνε πολυτέλειες. Ειδικά εάν το δίλημμα είναι από αυτά που τα φτιάχνει η ίδια η ζωή, κεντημένα με τις κλωστές της πραγματικότητας, όχι πολιτικάντικα- κίβδηλα και κενά. Και στο δήμο Αθηναίων, μπροστά από την κάλπη της Κυριακής έχει τεθεί ένα δίλημμα σκληρό- χωρίς αμφισβητήσεις. Ένα δίλημμα σχεδόν στα όρια της επιβίωσης για μία πόλη που σχοινοβατεί.

Η αποχή πυροδότησε αντανακλαστικά εν υπνώσει, οι κουβέντες στις παρέες υπερέβησαν τα εσκαμμένα, στον ορίζοντα ξεπρόβαλε η μεγάλη εικόνα, τα παραδοσιακά ΜΜΕ κοιτάχτηκαν (έστω για λίγο) αγχωμένα στον καθρέπτη- βλέποντας το διασταλτικό, υπερβολικό, παραμορφωτικό τους είδωλο, πλην με αίσθηση προβληματισμού. Η εκλογική Κυριακή της αδιαφορίας, με την κάλπη των πολλών εκπλήξεων, έδωσε τη σκυτάλη σε μία εβδομάδα πολιτικής- πραγματικής πολιτικής.

Την Κυριακή το διακύβευμα είναι σαφές, πέραν κάθε πολιτικής αμφισβήτησης, κομματικής ενατένισης, δογματικού δοσίματος των γεγονότων. Την Κυριακή εκλέγονται δήμαρχοι και περιφερειάρχες- τα πρόσωπα που εν πολλοίς με τη στάση/δράση τους θα κρίνουν μεγάλο μέρος της καθημερινότητας μας.

Οι προβολείς αναπόφευκτα εστιάζονται στη «μάχη» της Αθήνας. Για πάμπολλους λόγους, πέραν του γεγονότος ότι ο δήμαρχος Αθηναίων, ατύπως, είναι και ο δήμαρχος όσων δουλεύουν, ψωνίζουν, διασκεδάζουν, περιφέρονται στο κέντρο της πρωτεύουσας. Και οι επιλογές είναι συγκεκριμένες. Καμίνης ή Κακλαμάνης.

Η θητεία του απερχόμενου δημάρχου κρίνεται από πολλούς ως η χειρότερη της μεταπολίτευσης (τουλάχιστον). Η Αθήνα γύρισε δεκαετίες πίσω- μία πόλη βρώμικη, παρατημένη, με ζώνες και περιοχές βουτηγμένες στο βάλτο της παρακμής. Ο δήμαρχος Κακλαμάνης επί 4 χρόνια ήταν απών από τα προβλήματα, παρών στις επικοινωνιακές φούσκες, στην κενολογία, στη φαυλότητα. Με τη στάση του- και όχι την αδιαφορία του…- καλλιεργήθηκαν τριτοκοσμικές συνθήκες σε πάμπολλες εκδοχές της «ζωής στην πόλη». Από την εγκληματικότητα (στην πίσω αυλή του, όπισθεν του δημαρχείου) μέχρι τις περιοχές γκέτο. Από την έλλειψη πρασίνου, στην ισοπεδωτική λογική του «Ομέρ Πριόνη». Στην αλαζονεία και συμπεριφορά Μαρίας Αντουανέτας- στη λογική «αν δεν σας αρέσει η πόλη, να πάτε να μείνετε αλλού». Στα συνεργεία καθαριότητας που ξεπρόβαλαν τις τελευταίες εβδομάδες- εκλογές γαρ. Και τώρα, στην τελευταία στροφή, στα υποδόρια φιλικά νεύματα στο 5,3% που ψήφισε τη Χρυσή Αυγή- με ακροδεξιές προτάσεις/αντιλήψεις για το μεταναστευτικό, με λάσπη και διαστροφή της πραγματικότητας όσον αφορά στον ανθυποψήφιο του, για τη δράση/στάση του ως συνηγόρου του Πολίτη. Η αρνητική ψήφος στον απερχόμενο δήμαρχο ισοδυναμεί με φιλί της ζωής για μία καθημαγμένη πόλη.

Απέναντι βρίσκεται ο Γ. Καμίνης. Με έξωθεν καλή μαρτυρία και απτά δείγματα γραφής από τον πρότερο επαγγελματικό του βίο. Υποψήφιος που δεν αγκυλώνεται σε κομματικές γραμμές. Με πολυκομματική στήριξη, που εκτείνεται από το χώρο της πολιτικής οικολογίας και της ανανεωτικής αριστεράς, ως τη φιλελεύθερη ή/και πεφωτισμένη δεξιά. Που ακούγοντας τον, νιώθεις ότι απέναντι σου έχεις έναν εγγράμματο κοσμοπολίτη, ένα ευρωπαίο πολιτικό και όχι πολιτικάντη βαλκανικής κοπής με επαρχιώτικες αντιλήψεις. Που ξεκίνησε ως άγνωστος στο ευρύ (τηλεοπτικό) κοινό και αφού έκανε την έκπληξη στον Α’ γύρο, παίζει με αξιώσεις και για την παρτίδα. Η θετική ψήφος στο κ. Καμίνη μοιάζει με συμβόλαιο: φρένου στον κατήφορο, ελπίδας για το καλύτερο.

Οι επιλογές είναι σαφείς και είναι στο τραπέζι. Από τη μία επικίνδυνο βλαχομπαρόκ, περιστοιχισμένο από πρωταγωνιστικές φιγούρες της lifestyle ευτέλειας, από την άλλη ευρωπαϊκός διαφωτισμός, με ορθή λογική και πολιτική (όχι κομματική) διάθεση προσφοράς. Από τη μία τέσσερα χρόνια οπισθοδρόμησης, από την άλλη πεποίθηση για παροχή… οξυγόνου.

Την Κυριακή δεν κρίνεται ούτε το Μνημόνιο, ούτε το μέλλον της χώρας, ούτε η σχέση της με τους δανειστές, ούτε οι συντάξεις, ούτε οι μισθοί. Κρίνεται η καθημερινότητα των δημοτών της Αθήνας και κατ’ επέκταση η ζωή όσων κινούνται στην πόλη. Η αποχή- εδώ- είναι απολίτικη, εάν όχι αφασική, αδιαφορία. Η κομματικά προσδιορισμένη «μη θέση» είναι καρφί στο φέρετρο της πόλης. Οι ευθύνες είναι απ’ όλους προς όλους. Και τώρα είναι η ώρα της ευθύνης. Η εκλογή Καμίνη πλέον μοιάζει με δημοκρατική επανάσταση απέναντι στο σκοτάδι.


Δευτέρα 8 Νοεμβρίου 2010

«Δεν θα σε ψηφίσω ρε»


Σε εκλογές που έχουν «ποδοσφαιροποιηθεί» σε βαθμό ασφυξίας, με διλήμματα πολλών αποχρώσεων, τότε στο αποτέλεσμα χωρά και η ανάλογη έκβαση: με το στοιχείο της έκπληξης, το κακό θέαμα, την κοκορομαχία, την ανουσιότητα. Και νικητής; Η εκκωφαντική σιωπή της αποχής

Στην Ελλάδα οι εκλογές θυμίζουν πανηγύρι, μόνο που σταδιακά –συν τω χρόνω- η χαρμόσυνη πτυχή περιορίζεται από το θόρυβο. Μοιάζουν, επίσης, με φοιτητικές εκλογές, όταν η κάλπη βγάζει τους πάντες… νικητές. Έτσι και τώρα όλοι νίκησαν. Πλην των πολιτών.

Διότι γενικά στην πολιτική συζήτηση και ειδικότερα στην προεκλογική περίοδο, τα πραγματικά προβλήματα (ή θέματα) απουσίασαν από το δημόσιο λόγο (είτε στα ΜΜΕ είτε στην κομματική δράση). Επικράτησε ως επί το πλείστον η πολιτικολογία, η τροφοδότηση ενός ανούσιου πολιτικού παιγνίου.

Σε αυτό το πλαίσιο κινήθηκε ο πρωθυπουργός όταν έθετε το δίλημμα- απειλή των πρόωρων εκλογών. Σήκωσε, είπαν, το γάντι που είχαν ρίξει τα κόμματα της αντιπολίτευσης- δεξιά και αριστερά- εναντίον του Μνημονίου: Χωρίς να προτείνουν εφικτή εναλλακτική, παρά μόνο τη λογική «εμείς είμαστε καλύτεροι (άλλο μείγμα πολιτικής)» από τη ΝΔ ή κατάρες εναντίον του καπιταλισμού και μαξιμαλιστικές ιδέες από την Αριστερά και δη το ΚΚΕ. Τα κόμματα επέλεξαν το πολιτικό πόκερ αντί της πολιτικής, δηλαδή της διαδικασίας που αναδεικνύει θέματα, λύνει προβλήματα, εκπονεί και εφαρμόζει στρατηγικές.

Με αυτά απόντα, αναπόφευκτα η πραγματική εικόνα μπήκε στο περιθώριο. Και η κάλπη, δια της συμπεριφοράς των πολιτών, πήρε εκδίκηση. Το 40% γύρισε την πλάτη, δεν ψήφισε. Έστειλε μήνυμα βροντώδες, ότι όλοι αυτοί κινούνται πολιτικώς ελεύθερα ή ζητούν κάτι το διαφορετικό ή δεν πιστεύουν στο υπάρχον πολιτικό προσωπικό ή σκέφτονται μηδενιστικά/ισοπεδωτικά ή απλώς δεν τους νοιάζει. Βάσει του εκλογικού συστήματος η απουσία τους είναι ανώδυνη. Το πολιτικό σκηνικό, όμως, οφείλει να νιώσει τους κλυδωνισμούς- αυτή η ανεξέλεγκτη μάζα ανθρώπων μπορεί ανά πάσα στιγμή να στραφεί προς οπουδήποτε. Και η μετατόπιση των τεκτονικών πλακών στο υπάρχον πολιτικό σύστημα να γεννήσει μία εντελώς διαφορετική εικόνα.

Στο ίδιο πλαίσιο κινήθηκε και το 9% (επί των ψηφισάντων) που επέλεξε λευκό ή άκυρο. Έστειλε σαφές μήνυμα ότι παρίσταται στη δημοκρατική διαδικασία, αλλά δεν ελπίζει, αποδοκιμάζει τους πάντες. Σημαντικά ποσοστά κατέγραψαν και αρκετές ανεξάρτητες υποψηφιότητες. Γεγονός που δείχνει ότι οι υποδείξεις των κομμάτων βρίσκουν ολοένα και λιγότερα ευήκοα ώτα.

Και εντός της κάλπης, την έκπληξη έκαναν όσοι ασχολήθηκαν με πραγματικά θέματα. Στην περίπτωση του δήμου Αθηναίων, για παράδειγμα, υπήρξαν δύο χαρακτηριστικές περιπτώσεις- μία θετική και μία αρνητική. Το 7,4% του Γ. Αμυρά, ο οποίος έθεσε πέντε πράγματα που αφορούν στην καθημερινότητα των πολιτών- μιλώντας με διαφορετική, απλή και εναλλακτική γλώσσα, καθόλου ξύλινη, ουδόλως πολιτικάντικη. Και το 5,26% της Χρυσής Αυγής, ενός ακρότατου σχηματισμού, που έθεσε επιτακτικά (με άθλιο τρόπο) το υπαρκτό θέμα των μεταναστών και των οιονεί γκέτο στις συνοικίες κάτω και πέρα από την Ομόνοια.

Την επόμενη ημέρα άπαντες αναζήτησαν το λεγόμενο «μήνυμα των εκλογών». Στα τηλεοπτικά ΜΜΕ το πραγματικό μήνυμα ουδέποτε πήγε- η κατάσταση παρέμεινε αφασική, ιδρυματική. Πάλι τα πραγματικά προβλήματα απουσίαζαν, και όποιος αποτολμούσε να πει κάτι άλλο, τον επανέφεραν στην τάξη. Μεταξύ άλλων και η Τοπική Αυτοδιοίκηση, για χάρη της οποίας υποτίθεται διεξήχθησαν οι εκλογές. Αυτή κι αν ήταν χαμένη…

Η πραγματικότητα πήρε εκδίκηση δια της προσέλευσης ή μη στην κάλπη. Και το πολιτικό προσωπικό, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, εξακολουθεί να κωφεύει. Αντί να δείξει σοβαρότητα εν μέσω κρίσης, παίζει πολιτικό πόκερ, μετρώντας ποσοστά και δυνάμεις. Αντί να δει τη μεγάλη εικόνα και να προτείνει ή να εφαρμόσει λύσεις, περιχαρακώνεται στο δογματισμό του. Στο εάν έβαλε γκολ. Με τέτοιο θέαμα, όμως, το γήπεδο αδειάζει και γιουχάρει τους παίκτες. Οι θεατές εύκολα θα στραφούν σε κάτι καινούργιο, ακόμα και ρισκάροντας, εάν στη σκηνή δεν ακουστεί έγκαιρα ο ήχος από την αυλαία που πέφτει (με κρότο…).