Πέμπτη 21 Ιανουαρίου 2010

Η Ημέρα της Μαρμότας (σπάει καρέκλες, βλέποντας μπάλα)


29 Μαρτίου 2007: στη λεωφόρο Λαυρίου χύνεται αίμα. Νεκρός κατά τη διάρκεια άγριας συμπλοκής οπαδών ο Μ. Φιλόπουλος. 3 Απριλίου 2007: ο υφυπουργός Αθλητισμού, Γ. Ορφανός, ανακοινώνει α) αναστολή λειτουργίας συνδέσμων οπαδών, β) απαγόρευση οργανωμένης μετακίνησης οπαδών, γ) καθιέρωση ονομαστικού- ηλεκτρονικού εισιτηρίου, δ) μετατόπιση των ευθυνών για ό,τι συμβαίνει εντός των γηπέδων στις ομάδες και όχι στην αστυνομία.

Ο Ορφανός οδηγήθηκε εσπευσμένα στη λήψη μέτρων διότι το ποτήρι είχε ξεχειλίσει. Υπήρχε νεκρός. Κι όμως, σύμφωνα με τον τότε εκπρόσωπο Τύπου του ΠΑΣΟΚ, Π. Ευθυμίου, «η κυβέρνηση (…) στη θέση του νόμου που ανέστειλε ψήφισε έναν άλλο που αποτελεί αναδιατύπωση του προηγούμενου, αλλά και αυτός δεν εφαρμόζεται επί τρία χρόνια».

17 Ιανουαρίου 2010: στα γήπεδα της Καβάλας και των Ιωαννίνων σημειώνονται επεισόδια ανάμεσα σε χούλιγκανς. Τα πρώτα εκτεταμένα επί κυβέρνησης Παπανδρέου. Ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Μ. Χρυσοχοΐδης, στέλνει μήνυμα: «Η μηδενική ανοχή ισχύει απολύτως και κατά του χουλιγκανισμού και αυτό θα πρέπει να το αντιληφθούν οι ΠΑΕ, που φέρουν μεγάλες ευθύνες για τη διαιώνιση των φαινομένων αθλητικής βίας».

Ο Χρυσοχοΐδης δεν φείδεται ανακοινώσεων και δη επιθετικών. Εδώ τα βάζει με τις ΠΑΕ. Προς το παρόν στα λόγια. Οι ΠΑΕ, βεβαίως, απαντούν ότι για τα επεισόδια που συμβαίνουν εκτός γηπέδων δεν φέρουν ευθύνη, κάτι που ανήκει στην ΕΛ.ΑΣ, η οποία- όμως- κατηγορεί τις ΠΑΕ, που τροφοδοτούν με εισιτήρια άτομα που ανήκουν σε σκληρούς πυρήνες οπαδών και αποδεδειγμένα συμμετέχουν σε επεισόδια. Μύλος;

Ο γ.γ Αθλητισμού, Π. Μπιτσαξής, απειλεί τη Super League και την Ένωση Β΄- Γ΄ Εθνικής ότι «αν εσείς που είσαστε συντεταγμένη αρχή του ποδοσφαίρου δεν κάνετε όσα πρέπει για την πάταξη της βίας, τότε θα πάρουμε εμείς την κατάσταση στα χέρια μας». Όλες οι πλευρές αποφασίζουν ομόφωνα ότι η οργανωμένη μετακίνηση οπαδών πρέπει να απαγορευτεί.

Από την πλευρά τους, Super League και ΕΠΟ καταθέτουν σειρά προτάσεων, όπως ο περιορισμός του ρόλου της αστυνομίας εκτός γηπέδων, η ανάληψη της ευθύνης για την ασφάλεια των αγώνων από τις ΠΑΕ, κατασκευή νέων γηπέδων, ονομαστικά εισιτήρια, μη απόδοση εισιτηρίων διαρκείας στους οργανωμένους οπαδούς, τη λειτουργία ενός ή δύο συνδέσμων οπαδών σε όλη τη χώρα από τις ΠΑΕ. Ο πρόεδρος της ΕΠΟ πρότεινε, επίσης, να μην έχουν ανασταλτικό χαρακτήρα οι ποινές που επιβάλλουν τα δικαστήρια για επεισόδια στα γήπεδα, διάταξη η οποία εντάχθηκε στην αθλητική νομοθεσία το 2006 και υπό την πίεση ΠΑΕ και οπαδών τροποποιήθηκε το 2008.

Φάρσα; Υποκρισία; Παροιμιώδης αδράνεια; Το σίγουρο είναι ότι στο θέμα του χουλιγκανισμού το κράτος έχει… συνέχεια. Ό,τι ανακοινώνει ο προκάτοχος, ανακοινώνει και ο επόμενος, για να δώσει τη σκυτάλη των παρόμοιων ανακοινώσεων στο μεθεπόμενο. Με τη βία εντός και εκτός των γηπέδων να φουντώνει.

Τα παραδείγματα θα μπορούσαν να συνεχιστούν επ’ άπειρον. Όλοι αποδέχονται την πλήρη αποτυχία τους, η έλλειψη βούλησης είναι βροντώδης, ενώ η κάθε πλευρά γνωρίζει καλά το ρόλο της: να ρίχνει τις ευθύνες στους άλλους και να κάνει… ευφάνταστες προτάσεις- τις ίδιες για εκατοστή (και βάλε) φορά.

Η ανάλυση για τη βία στα γήπεδα είναι πλέον βαρετή, επαναλαμβανόμενη. Είναι γνωστές όλες οι παράμετροι του προβλήματος. Οι αρμόδιες αρχές όταν δεν κωφεύουν, κάνουν ανακοινώσεις. Μέχρι να προστεθεί ο επόμενος κρίκος στη μακρά αλυσίδα της βίας των χούλιγκανς. Και πάλι τα ίδια. Ζούνε τη δική τους ημέρα της Μαρμότας, αποδεικνύοντας πόσο ανεπαρκείς και φοβικές είναι.

Συνεχίζεται…

Δευτέρα 18 Ιανουαρίου 2010

Η χαλασμένη πυξίδα του Αντώνη Σαμαρά


Ο Αντώνης Σαμαράς έχει πετύχει ένα μικρό θαύμα. Εμφανίζεται- και πείθει- ότι αποτελεί πολιτική παρθενογένεση, μολονότι ανήκει στους αρχαιότερους κοινοβουλευτικούς άνδρες, υπήρξε υπουργός και αρχηγός κοινοβουλευτικού κόμματος.

Από τη μία η 11χρονη πολιτική μοναξιά και από την άλλη η καθυστερημένη επιστράτευση στην κυβέρνηση Καραμανλή του έδωσαν αυτό το δικαίωμα- το οποίο εκμεταλλεύτηκε τα μέγιστα κατά την εκλογή του στην ηγεσία της ΝΔ. Βάλτε και την παραδοσιακή λήθη του λαού μας- ελλείψει τηλεοπτικής εικόνας- η εξίσωση βγαίνει.

Ο νέος πρόεδρος της ΝΔ έχει κατορθώσει διάφορα στην καριέρα του. Το τελευταίο; Τον αποκάλεσε «ακραίο» ο πρόεδρος του ΛΑΟΣ (κεντρικό δελτίο ειδήσεων του Alter, 18/1/10). Αυτό με αφορμή τη δήλωση του για τις 100 πρώτες ημέρες της διακυβέρνησης ΠΑΣΟΚ: «Ο χαρακτηρισμός ακυβερνησία μοιάζει επιεικής».

Ομολογουμένως η δήλωση προκαλεί αίσθηση- δικαιώνει ακόμα και την ατάκα Καρατζαφέρη. Διότι στην πολιτική σημαίνοντα ρόλο παίζει η σύγκριση- και ο Σαμαράς ηγείται του κόμματος που κυβερνούσε τα τελευταία 5,5 χρόνια, ως υπουργός ο ίδιος τους τελευταίους 9 μήνες. Οι μνήμες είναι νωπές, τα επίχειρα της γαλάζιας διακυβέρνησης «χειροπιαστά» και ο λογαριασμός βαρύνει τις πλάτες άλλων: Των πολιτών και της νυν κυβέρνησης.

Περιττό και χρονοβόρο να μνημονεύσουμε τα έργα και τις ημέρες της κυβέρνησης Καραμανλή. Τα είπαν, εξάλλου, τα ίδια τα στελέχη της ΝΔ κατά την εσωκομματική τους σύρραξη, τα λέει κατά διαστήματα και ο ίδιος ο Σαμαράς, όποτε επιχειρεί να λάβει αποστάσεις από το πρόσφατο παρελθόν. Ο χαρακτηρισμός «ακυβερνησία», ειδικά για τον τελευταίο χρόνο –από τον Σεπτέμβριο του 2008-, δεν θα ήταν μόνο επιεικής, θα τράβαγε την πραγματικότητα από τα μαλλιά.

Η επίμαχη δήλωση ενόχλησε και πολλά στελέχη της ΝΔ, την έκριναν υπερβολική. Διότι ο Αντώνης Σαμαράς δεν είναι κάποιος «παραθυράκιας» βουλευτής του κόμματος που έριξε ένα πυροτέχνημα στην τηλε-αντιπαράθεση, αλλά ο πρόεδρος. Και εδώ υπάρχει θέμα…

Ναι, σίγουρα το ΠΑΣΟΚ δεν έχει επιδείξει κυβερνητικές δεξιότητες που συναρπάζουν τα πλήθη, μα είναι στην εξουσία μόλις 3 μήνες και κάτι, και παρά τις όποιες παλινωδίες του, έχει ανοίξει έναν αριθμό θεμάτων, συν τη διαχείριση/αντιμετώπιση του δημοσιονομικού εκτροχιασμού. Το σίγουρο είναι ότι θα κριθεί αυστηρά- αλλά από εκεί μέχρι την αιτίαση για ακυβερνησία η απόσταση είναι μεγάλη, σχεδόν αβυσσαλέα.

Ίσως ούτε και ο ίδιος ο Σαμαράς να πιστεύει σε αυτή τη δήλωση. Το έργο του, άλλωστε, είναι δύσκολο. Αναζητεί αντιπολιτευτική πλατφόρμα και σε αυτή την προσπάθεια είτε περιπίπτει σε λάθη είτε εμφανίζει τον πραγματικό του εαυτό: θα δείξει. Προς το παρόν πάντως εκφράζεται με ηπιότητα στα της οικονομίας και ανεβάζει τους τόνους στο μεταναστευτικό, κάνοντας γκάφες, όπως με τη δήλωση για το «γερμανικό μοντέλο».

Συναινετική διάθεση ή δεξιά/λαϊκιστική στροφή; Προοδευτικός μα αγχωμένος από το φορτίο που κληρονόμησε ή –όπως προσφυώς τον αποκάλεσαν κάποιοι- ένας "Καρατζαφέρης με γραβάτα";

Υγ: Μία από τις πρώτες δηλώσεις Σαμαρά όταν έμπαινε στην κούρσα διαδοχής της ηγεσίας της ΝΔ αφορούσε στους απολυμένους των stage: «Συνθλίβοντας τα όνειρα χιλιάδων νέων ανθρώπων δεν μειώνονται τα δημόσια ελλείμματα, φωτίζεται απλώς το έλλειμμα κοινωνικής ευαισθησίας που χαρακτηρίζει τη νέα κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ». Τότε το ΠΑΣΟΚ ήταν στην αφετηρία της διακυβέρνησης του. Ο Αντ. Σαμαράς είχε διακρίνει –ήδη!- έλλειμμα κοινωνικής ευαισθησίας, ενώ αντιλαμβανόταν ως νεανικό όνειρο την ανασφάλιστη εργασία των 550 ευρώ στο Δημόσιο.

Υγ2: Ο πρόεδρος της ΝΔ, σε ομιλία του σε συγκέντρωση της ΟΝΝΕΔ την Κυριακή (17/1), έκανε ειδική αναφορά στο νόμο της κυβέρνησης για τους μετανάστες, τονίζοντας ότι «όσο προσπαθούν να κάνουν τον ελληνικό λαό να ξεχάσει την ταυτότητά του και την ιστορία του, τόσο περισσότερο θα τον συσπειρώνουν γύρω από τις αξίες και τα ιδανικά του». Το πως συνδέεται ένα νομοσχέδιο που αποδίδει την ιθαγένεια σε (νόμιμους) μετανάστες 2ης γενιάς–υπό προϋποθέσεις- με τη λησμονιά της ταυτότητας και της ιστορίας των Ελλήνων, ο γράφων αδυνατεί να το ερμηνεύσει. Παρεκτός κι αν πρόκειται απλώς για λυρική έξαρση του κ. Σαμαρά…

Πέμπτη 14 Ιανουαρίου 2010

Η παλιά γρίπη (σφηνωμένη σε φακελάκι)


Τον έβαλαν στο χειρουργείο για μία επέμβαση ρουτίνας. Έτοιμος, με την ιατρική ρόμπα, λίγο πριν την αναισθησία, έχοντας περάσει όλο το προαπαιτούμενο στάδιο. Του ανακοινώνεται ότι τελικώς δεν θα χειρουργηθεί, διότι προέκυψε έκτακτο περιστατικό. Παρέμεινε άναυδος απάνω στο χειρουργικό κρεβάτι για μερικά λεπτά και στη συνέχεια περπατώντας μόνος-πάντα με τη ρόμπα- επέστρεψε στο δωμάτιο του. Με απορίες.

Η πρώτη αντίδραση; Ότι κάτι πάει στραβά, η γυναίκα του έπρεπε να δώσει στο γιατρό φακελάκι για να τον περιποιηθούν, να μην τον αφήσουν σύξυλο λίγο πριν το νυστέρι. Ακόμα κι αν ο λόγος που επικαλέστηκε το Νοσοκομείο είναι αληθής και όντως- δεδομένης της έλλειψης προσωπικού- έπρεπε να επισπευτεί το χειρουργείο κάποιου άλλου, ο νους του παρ’ ολίγον… ασθενή πήγε στο πονηρό.

«Αν δεν δώσεις κάτι στο γιατρό δεν θα σε προσέξει». Ρήση επαναλαμβανόμενη σε διαδρόμους νοσοκομείων, απόηχος ενός διαβρωμένου συλλογικού υποσυνείδητου- ενός μεταπολιτευτικού διαχρονικού (και ανήκεστου;) καρκινώματος στα σπλάχνα του ΕΣΥ.

Η Δημόσια Υγεία στην καλύτερη περίπτωση θυμίζει ανέκδοτο με ποικιλώνυμους πρωταγωνιστές. Μπλαζέ μεγαλογιατρούς, εταιρείες με παχιά πακέτα, παραπονεμένους νέους γιατρούς, νοσηλευτές (σε έλλειψη), καχύποπτους ασθενείς, ράντζα (εν έτει 2010), φακελάκια (στον αέρα και σε τσέπες) και αναρίθμητες κατά καιρούς κυβερνητικές… δεσμεύσεις για μαχαίρια και κόκαλα, «χρηστή διαχείριση» και άλλα εγχώρια υπουργικά- όρκος στον Ιπποκράτη με άλλα λόγια.

Η αρμόδια υπουργός, Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου, δηλώνει ότι εργάζεται νυχθημερόν, δίνει μάχη ενάντια στις μυριάδες παθογένειες του συστήματος. Προς το παρόν δεν υπάρχει σοβαρός λόγος για να αμφισβητηθεί αυτό, όμως παραμένει μία απορία. Αν κάποιος προχωρούσε σε καταγγελία για φακελάκι απευθείας προς την ίδια, πως θα αντιδρούσε;

Θα απέπεμπε τον επίορκο γιατρό; Με ποια πολιτικά αντισώματα αντιμετωπίζει αυτόν τον ιό του συστήματος; Έστειλε αυστηρό μήνυμα στο ιατρικό προσωπικό ότι η λήψη μαύρων χρημάτων (πολλές φορές και με έμμεσο εκβιασμό) συνεπάγεται επαγγελματική καρατόμηση; Απηύθυνε στους πολίτες το μήνυμα ότι είναι εγκληματικό εκ μέρους τους να δωροδοκούν τον γιατρό προκειμένου να έχουν ευνοϊκή μεταχείριση ή τέλος πάντων να διασφαλίσουν απερίσπαστη νοσηλεία;

Μία αναζήτηση στις δηλώσεις της απ’ όταν ανέλαβε το υπουργείο επιβεβαιώνει το αντίθετο. Η κ. Ξενογιαννακοπούλου εκφράζεται ήπια. Σε συνέντευξη της στον ρ/σ «Αθήνα 9,84» (19/10/09) απαντά σε σχετική ερώτηση: «Εκεί πιστεύω ότι χρειάζεται πραγματικά και ο πολίτης να μπει σε αυτή τη συμμαχία και ο γιατρός. Δηλαδή πρέπει να υπάρχει ένα σύστημα το οποίο να διασφαλίζει και την καταγγελία του πολίτη και τον έλεγχο στα νοσοκομεία και οι ίδιοι οι γιατροί να περιφρουρήσουν την εικόνα των νοσοκομείων».

Την ίδια ευχή θα μπορούσε να κάνει ο οποιοσδήποτε, όχι όμως η υπουργός Υγείας, η οποία ενδεχομένως να γνωρίζει ότι σε έκθεση του Οργανισμού για την Οικονομική Συνεργασία & Ανάπτυξη (Μάιος, 2009) υπήρχε εύρημα που σημείωνε ότι «το 49% των Ελλήνων-ασθενών, που έχουν νοσηλευτεί σε δημόσιο νοσοκομείο, έχουν δηλώσει πως πλήρωσαν απευθείας το γιατρό τους». Οι μισοί…

Σίγουρα οι πολίτες δεν μπορούν να κάνουν πολλά από μόνοι τους για τη Δημόσια Υγεία. Μπορούν όμως να δράσουν για κάτι που περνάει από το χέρι τους (κυριολεκτικά). Να τους γίνει συνείδηση ότι με το φακελάκι ρίχνουν νερό στο μύλο ενός διεφθαρμένου συστήματος και πως η καταγγελία αυτών των περιστατικών είναι υποχρέωση τους.

Η συμπαθής Μαριλίζα έδωσε το μπράτσο της σε απευθείας σύνδεση για την εκστρατεία υπέρ του εμβολίου για τη νέα γρίπη. Συμβολικά και… ακτιβιστικά. Το ίδιο θα έπρεπε να είχε κάνει και για τη γρίπη των χρημάτων σε φάκελο. Με εκστρατεία, όχι επικοινωνιακούς συμβολισμούς. Διότι το πρόβλημα είναι κοινωνικό, όχι τεχνοκρατικό.

Υγ: Αφιερωμένο στη μνήμη της Αμαλίας Καλυβίνου (http://fakellaki.blogspot.com, για όσους δεν θυμούνται)

Υγ2: Υπάρχουν και καλοί (σωστοί μάλλον;) γιατροί. Αναμφίβολα. Αλλά η ύπαρξη τους δεν συνιστά λύση του προβλήματος. Εξαίρεση μόνο.

Δευτέρα 11 Ιανουαρίου 2010

Ο ανθρωπάκος της διπλανής πόρτας (γεννημένος Έλληνας)


Κοιτάξτε γύρω σας. Θα δείτε τον ανθρωπάκο της διπλανής πόρτας. Είναι αυτός που (δέχεται να) τρέφεται πνευματικά από τα «κόπρανα» της τηλεόρασης, που παρακολουθεί έκθαμβος ομιλούσες γραβάτες (και ταγέρ) να τον «ενημερώνουν» ως φωτεινοί παντογνώστες επί παντός του επιστητού, κάνοντας στην ουσία κουτσομπολιό και θόρυβο.

Και μετά «φτύνει» και βρίζει συλλήβδην τους δημοσιογράφους και τους πολιτικούς «που τα παίρνουν», ενώ αυτός δεν έχει πιάσει ακόμα την καλή. Και πάει να συναντήσει την τύχη του στο παραπλήσιο στοιχηματζίδικο…

Ο ανθρωπάκος ξυπνάει αγχωμένος από τα βάρη της ζωής. Τραβάει δύσθυμος για τη δουλειά του (που δεν του αρέσει και νιώθει ότι αμείβεται λιγότερο απ’ όσο πρέπει, τι κι αν δουλεύει λιγότερο από αντίδραση), πνίγεται στο κυκλοφοριακό κομφούζιο, κοιτάει με έκδηλη καχυποψία τους διπλανούς του, γυρίζει το ίδιο αγχωμένος στο σπίτι και κλειδαμπαρώνεται (γιατί έχει ανέβει τόσο η εγκληματικότητα… όπως κραυγάζουν τα μισητά κατά τα άλλα ΜΜΕ).

Η ανησυχία του είναι το δάνειο, η πιστωτική κάρτα, η εφορία (την οποία κλέβει ασύστολα- όσο μπορεί- αλλά διαμαρτύρεται για το έλλειμμα- φταίνε οι άλλοι. Πάντα). Έχει κατασταλαγμένη μέσα του την ιδέα ότι «οι ξένοι μας παίρνουν τις δουλειές», ενώ στήθηκε τόσες φορές στην ουρά έξω από πολιτικό γραφείο για προσωπική του υπόθεση (βύσμα πάσης φύσεως).

Γουστάρει να ακούει εφήμερα σουξέ και μετά από μέσα του χαίρεται που ο σουξεδιάρης/α αοιδός γκρεμίστηκε ως άλλος/η διάττων αστήρ… Ο ίδιος που στο τσακίρ κέφι του θα κάνει τη ζημιά στο «μαγαζί» (κι ας μην έχει σάλιο).

Αγοράζει εφημερίδα γιατί έχει μέσα dvd (και πετάει το έντυπο- άντε να δει το πρωτοσέλιδο και να τα χώσει στους αλήτες τους δημοσιογράφους- που τα παίρνουν βέβαια. Όλοι!).

Αυτός που κατά βάθος θα ήθελε κάτι το διαφορετικό: να συγκινηθεί με μια ωραία ταινία, να χαθεί στα αθάνατα λόγια ενός ποιητή, να χαρεί με μια επιτυχία της χώρας του (όχι στη Eurovision), να αποτινάξει από πάνω του την καθολική καχυποψία και να αναπνεύσει.

Μα του έχουν κλέψει το οξυγόνο και δεν τον αφήνουν να απαγκιστρωθεί από τη μοναχική και σκοτεινή σπηλιά του. Παντού «βλέπει» εχθρούς και συνομωσίες. Σκιές. Οι πολιτικοί του- ως επί το πλείστον- είναι κάτω του μετρίου. Η εκπαίδευση του ανεπαρκής- δεν μαθαίνει ν’ αγαπά το βιβλίο ή ό,τι τέλος πάντως έχει σχέση με την ποιότητα, την παιδεία.

Καλώς ήλθατε στη χώρα του παραλόγου, όπου λατρεύουμε να μισούμε όλα τα κακώς κείμενα, να κουβεντιάζουμε και να αναλύουμε μέχρι τελικής πτώσεως, μα μονίμως τα πάντα στριφογυρίζουν στη δίνη του αυτονόητου, του μαύρου, της (τόσο αθάνατης) βλακείας και της τελεσίδικης βεβαιότητας ότι «ποτέ δεν πρόκειται να αλλάξει τίποτα». Στη χώρα της ασφυξίας για την (όποια τέλος πάντων) φαιά ουσία…

Υγ: Αφιερωμένο στη σιωπηρή πλειοψηφία που αντιτίθεται στο νομοσχέδιο που δίνει την ιθαγένεια στους μετανάστες 2ης γενιάς με το επιχείρημα ότι «Έλληνας γεννιέσαι, δεν γίνεσαι».

Πέμπτη 7 Ιανουαρίου 2010

Η «πίσω αυλή» της αστυνομίας


Ξέρετε ποιο είναι το πρόβλημα; Ότι ακόμα κι αν η καταγγελία της αστυνομικής βίας και αυθαιρεσίας στην Πάτμο αποδειχθεί κενή περιεχομένου, ήδη έχει γίνει πιστευτή.

Τα «μεμονωμένα» περιστατικά έχουν πληθύνει τόσο επικίνδυνα που σχεδόν συνιστούν καθεστώς και κάθε περί του αντιθέτου επιχείρημα έχει την αξία πομφόλυγας προτού καν χρησιμοποιηθεί. Και το δυστύχημα είναι ότι οι ίδιοι οι αστυνομικοί- με τη δυναμική συνδρομή των εκάστοτε αρμόδιων υπουργών- κατάφεραν να απαξιώσουν σε τέτοιο άθλιο βαθμό τον κλάδο τους.

Η είδηση του περιστατικού στην Πάτμο έχει ιδιαιτερότητες- είναι η είδηση που σε ρίχνει από τα σύννεφα, όχι ως κλισέ φράση, αλλά με την ολότητα της μεταφοράς: Αμπού Γκράιμπ στην Πάτμο- στην Πάτμο!-, σε ένα μικρό νησί κατ’ εξοχήν φιλήσυχων ανθρώπων, με πρωταγωνιστές νεαρούς Έλληνες και όχι μετανάστες- στα μικρά νησιά του Αιγαίου συνήθως μετανάστες κακομεταχειρίζονται.

Εδώ που τα λέμε, το ότι νεαροί Έλληνες έπεσαν θύμα αστυνομικής βίας ουδόλως προκαλεί εντύπωση. Η δράση της ΕΛ.ΑΣ τα τελευταία χρόνια έχει παράγει περιστατικά-έννοιες που η απλή αναφορά τους παραπέμπει σε ζοφερές μνήμες: Αλέξανδρος Γρηγορόπουλος, ζαρντινιέρα, πράσινα παπούτσια, κ.α…

Κι όμως- φαίνεται ότι η αστυνομική βία ακολουθεί τη νεανική κινητοποίηση του Δεκέμβρη. Τότε τα Εξάρχεια ήταν παντού, σε εθνική κλίμακα. Η βία της αστυνομίας (μοιάζει να) ακολουθεί κατά πόδας. Αντίδραση στη δράση και τανάπαλιν. Λες και μερίδα βάναυσων αστυνομικών έχει λύσει τα χαλινάρια, δεν νοιάζεται για συνέπειες, θεωρεί δεδομένη την ατιμωρησία. Κι αν… την πατάει με τους Έλληνες (σε αυτές τις περιπτώσεις έχουμε συχνότερα αποκαλύψεις), δύσκολα φαντάζεται κανείς τι βιώνουν οι δύσμοιροι μετανάστες στα χέρια του κάθε αυτόκλητου ράμπο.

Δεν θα’ θελα να είμαι σε δύο θέσεις. Αυτή του αστυνομικού, του εργαζόμενου που απαρέγκλιτα εφαρμόζει την αποστολή του, και σε αυτή του Μιχάλη Χρυσοχοΐδη. Ο πρώτος γίνεται αντικείμενο χλεύης (τουλάχιστον) ακόμα κι αν δεν είναι άμεσα ένοχος- και ο δεύτερος διότι είναι αντιμέτωπος με δύο πιθανά σενάρια: είτε στην προσπάθεια του να βάλει μία τάξη βοηθά στο να αποκαλύπτονται πιο εύκολα τα περιστατικά αστυνομικής βίας (άρα εκτίθεται ως υπουργός) είτε τα λόγια του ήχησαν σαν τουφεκιά στον αέρα στα αυτιά διεφθαρμένων αστυνομικών, των οποίων η ασυδοσία είναι βαθιά ριζωμένη.

Ευθύνη φέρουν και οι δύο. Ο πρώτος διότι φοβούμενος τη… ρουφιανιά (δήθεν) γίνεται θύμα μίας παράλογης συντεχνιακής αλληλεγγύης, ανέχεται αποβράσματα, δεν «βλέπει» και δεν «ακούει», κάνει την πάπια όταν μπροστά του ανεβαίνει η ελληνική εκδοχή του «Εξπρές του Μεσονυχτίου». Και ο δεύτερος διότι έχει δώσει τεράστια έμφαση στα λόγια τα μεγάλα και τα απειλητικά, πολλές φορές ανακαλύπτοντας εχθρούς (στα πιτσιρίκια γαμώτο…), αντί να καθαρίσει πρώτα την πίσω αυλή του, που έχει παραδεχθεί ότι βρίθει σαπρόφυτων και λοιπών παράσιτων.

Δύσκολη η θέση τους. Αλλά η κατάσταση έχει φτάσει στο απροχώρητο. Και να έχεις καλή πίστη απέναντι στην αστυνομία, χάνεται στο δρόμο και σιχτιρίζεις από πάνω που είσαι καλοπροαίρετος. Ναι, η εποχή του αλησμόνητου «Praetor urbanis» του Β. Πολύδωρα μάλλον μας αφήνει για τα καλά, μένουν όμως πολλά και επιτακτικά.

Δεν είναι δυνατό να φέρουν όπλο άτομα με προβλήματα ψυχικής υγείας. Πότε επιτέλους θα γίνουν τα περιβόητα ψυχολογικά τεστ; Όταν θα έχουμε νέο αίμα; Πότε η αστυνομία και το αρμόδιο υπουργείο θα ασχοληθούν σοβαρά με τους αληθινούς βιαστές της Δημοκρατίας, τους επίορκους αστυνομικούς; Πόσο δύσκολο είναι να εντοπίσουν και να αποπέμψουν τα φασίζοντα στοιχεία από τις τάξεις της; Πότε θα καταλάβουν ότι αυτά τα γεγονότα δεν τραυματίζουν μόνο την εικόνα της ΕΛ.ΑΣ, αλλά αλλοιώνουν την ουσία της έννομης τάξης; Πότε θα αντιληφθούν ότι ο αστυνομικός από προστάτης του πολίτη, στα μάτια του ίδιου του πολίτη τείνει να γίνει εξαιρετικά απεχθής, αν όχι τρομακτικός;

Πολύ φοβούμαι ότι απάντηση στα παραπάνω είναι το «όταν θα είναι πια αργά»- αν δεν είναι ήδη.

Δευτέρα 4 Ιανουαρίου 2010

Οι κληρονόμοι του χάους


Το σκαρίφημα του μέσου Έλληνα με το πενάκι ενός σκιτσογράφου θα μπορούσε να είναι το εξής: δύο τύποι συζητούν για τον καιρό- μόνο. Ίσως για τον κακό μας τον καιρό. Άλλωστε, όπως προκύπτει, ο σύγχρονος Έλληνας εμπιστεύεται περισσότερο την Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία.

Θα μπορούσε να είναι χιουμοριστικό. Ανέκαθεν ο Έλληνας δεν νοιαζόταν ιδιαίτερα για τις καιρικές συνθήκες. Για αυτό συζητούν οι Βρετανοί, που έχει μαγκώσει η ψυχή τους από την ατέρμονη βροχόπτωση. Κι όμως, σε μία κοινωνία με βαθύτατη κρίση θεσμών, ο μέσος Έλληνας εμπιστεύεται περισσότερο την ΕΜΥ και λιγότερο- από όλους τους θεσμούς της εκτελεστικής εξουσίας- την κυβέρνηση και εν γένει ό,τι συνιστά το λεγόμενο πολιτικό σύμπαν της χώρας.

Η έρευνα από την Public Issue (Καθημερινή, 3/1/10) είναι αποκαλυπτική για τη σκιαγράφηση του σύγχρονου Έλληνα. Του πολίτη που έχει καταστεί κυνικός, δύσπιστος, καχύποπτος, βαθύτατα αρνητικός. Και –κυρίως- απαισιόδοξος για το ατομικό και συλλογικό μέλλον.

Τα παραπάνω στοιχεία εντοπίζονται (από την καθημερινότητα, αλλά και από άλλες έρευνες) σε μεγαλύτερες ποσότητες στις νεότερες ηλικιακά ομάδες- και αυτό είναι το δυστύχημα. Η Ελλάδα μεγαλώνει τα παιδιά της μέσα στη «σκοτεινή ύλη» της δυνάμει απόλυτης αδιαφορίας για τους θεσμούς, του α-πολίτικου με την κλασική έννοια. Και εδώ εντοπίζεται το σπέρμα της φωτιάς- της καταστροφικής, όχι της προμηθεϊκής.

Μία νεολαία (μέχρι και τα ύστερα 30, γιατί όχι;) στην «απέξω», να βιώνει το ιστορικό οξύμωρο. Μολονότι μεγάλωσε/μεγαλώνει σε συνθήκες ειρήνης και δημοκρατίας, με μεγαλύτερη πρόσβαση στην εκπαίδευση/τεχνολογία, σε ευνοϊκό καθεστώς (εν συγκρίσει με τις προηγούμενες γενιές), ζει το παρόν με απέραντη αγωνία και κοιτάζει στο μέλλον με βαθύτατη αβεβαιότητα.

Η γενιά Χ, Υ και Millenials αντιλαμβάνεται το αύριο (και ζει το σήμερα…) σαν ένα σκοτεινό μονοπάτι που πρέπει να διαβεί χωρίς πυξίδα ή τροχιοδείκτη. Ως μία σκληρή περιπέτεια που δεν προκαλεί ενδιαφέρον, πέραν του βιοποριστικού, της στείρας επιβίωσης. Με τις λίγες εξαιρέσεις της, που υπάρχουν για να επιβεβαιώνουν τον κανόνα.

Το αρνητικό φορτίο πυκνώνει από τη στάση των κυβερνώντων απέναντι στα θέματα που αφορούν στους νέους. Αντί η μετωπική σύγκρουση με τα προβλήματα τους να είναι το πρωτεύουν, τείνει να γίνει (αν δεν έχει γίνει ήδη) παρεμπίπτον ζήτημα.

Ενδεικτικές οι προβλέψεις του υπουργείου Οικονομικών και της Κομισιόν (Οικονομική Καθημερινή, 3/1/10): ενώ προβλέπεται ότι το έλλειμμα θα μειωθεί στο 2,8% το 2013 (από 12,7% σήμερα) και ο ρυθμός ανάπτυξης θα ανέλθει στο 2% (από –1,2%), η ανεργία (που πλήττει κυρίως τους νέους) θα ανέλθει στο 11,6% το 2013 από 9,3% το τρίτο τρίμηνο του περασμένου έτους. Κι αν συνυπολογίσουμε ότι η Στατιστική Υπηρεσία δεν καταμετρά την ελαστική και μερική απασχόληση, την αδήλωτη και μαύρη εργασία, τότε μιλάμε για ανεργία που μοιάζει με βόμβα έτοιμη να τιναχθεί.

Οι Χ, Υ και Millenials είναι οι γενιές των αδικημένων. Δύσκολα απολαμβάνουν ελεύθερο χρόνο και χώρο, αδυνατούν να εργαστούν δημιουργικά και χωρίς επισφάλεια στο τομέα της εξειδίκευσης ή έστω της αρεσκείας τους (αν εργάζονται…), εκ των συνθηκών (πολλές φορές) τους απαγορεύεται να ανεξαρτητοποιηθούν μέχρι τα πρώτα «άντα» τους και διστάζουν να τεκνοποιήσουν διότι δεν είναι σίγουροι για το πώς θα ξημερώσει η επόμενη ημέρα.

Είναι οι κληρονόμοι του χάους, της αυθαιρεσίας, της αναξιοκρατίας, της αδιαφάνειας και της διαφθοράς. Ενίοτε συμπεριφέρονται ως αντανάκλαση της εικόνας που ζουν, είναι παιδιά της κοινωνίας τους, της ιστορικής στιγμής. Κι όμως δέχονται- επιπλέον- το λίθο του αναθέματος. Από τους κληροδότες- που τους αποκαλούν βολεμένους, αδιάφορους ή (άνευ αιτίας τάχα…) βίαιους.

Τα spreads και το έλλειμμα είναι αναμφίβολα σοβαρά θέματα. Όμως η παραμονή της νεολαίας στην «απέξω» παράγει εκρηκτική ύλη- κι αν η κυβέρνηση δεν σπεύσει, δεν περάσει από τα λόγια στις επείγουσες ενέργειες, καταδικάζει τις νεότερες γενιές σε μία μεταμοντέρνα εξαθλίωση. Και τότε είναι εξαιρετικά πιθανό ο Δεκέμβριος του 2008 να γεμίσει μόνο μέρος της σελίδας του προλόγου αυτών που έπονται. Από αυτούς τουλάχιστον που δεν θα έχουν ήδη μεταναστεύσει…