Δευτέρα 9 Φεβρουαρίου 2009

Active member- Ti na zhlepsoume




Γιατί πάλι αγκομαχάς όταν μου δείχνεις τα σερνάμενα
γύρω απ αυτά ίσως σαν τα μούτρα σου και να μουνα.
Θα μ έπνιγε όπως πνίγει το σίδερο η σκουριά
και θα ούρλιαζα πνιχτά όπως η καμπάνα απ την σφυριά.
Παραδέξου το λοιπόν η μαντεψιά ήταν σωστή
φήμη βαριά δεμένη με ψιλή λευκή κλωστή
όλοι γνωστοί κόλακες μισοφαγωμένοι
αβέβαιοι και αμήχανοι κοιτούν κι οι μυαλωμένοι
Πως να ζηλέψω λοιπόν την κατρακύλα από τα αργόσυρτα,
τι να ζηλέψει μια κραυγή απ τα ανομολόγητα;
Το πλατάνι δε σκιάζεται απ την χαμοκερασιά
ούτε κι ο φάρος λαχταρά του νοτιά την περασιά.

Πως να ζηλέψει ένα γιατί το δεν πειράζει
και στην αναβροχιά ότι καλό και το χαλάζι
πως να ζηλέψει το φρέσκο χώμα αυτόν που σκάβει
κι ο βοριάς το αύτανδρο που βούλιαξε καράβι.
Τη λευτεριά όμως ζηλεύουνε οι σύνδουλοι
και κάθε αυθόρμητο οι μυστικοσύμβουλοι
τα όμορφα ζηλεύουν μόνο οι κακόφτιαχτοι
και την αβολεψιά μας οι σιδερόφραχτοι
Τι να ζηλέψει ο δουλευτής απ' τους σοφόμωρους
κι ο κοντινός σκοπός απ' τους απότερους
τι ζηλεύουν τα βάθια απ' τα ευκολοθύμητα
κι οι στίχοι της φωτιάς απ' τα μεγάλα ποιήματα.

Δεν έχουμε τίποτα να ζηλέψουμε
απ' τους αβέβαιους και τους αμήχανους,
τη ξεφτίλα δε θα κανακέψουμε
τα σερνάμενα είναι για τους ανίκανους.
Δεν έχουμε τίποτα να ζηλέψουμε
δεν υπάρχουμε σ' αυτή την μπορασιά
όσο αντέχουμε θα το παλέψουμε
κόντρα στου νοτιά την περασιά.

Τι να ζηλέψουν δυο θλιμμένα μάτια άδολα
από tattoo κρυμμένο εκεί στα πισωκάπουλα
τι να ζηλέψουν οι σπάνιοι απ' τους ολόφτυστους
κι οι κατασταλαγμένοι απ' τους ακαθόριστους
Τι να ζηλέψει μια ευχή απ' την παραμυθία
και τον χρησμό τον πλανερό απ' την Πυθεία;
Τι να ζηλέψει η γαλήνη απ' τη χαρμάνα
κι ο αυλός ο μαγικός απ' τη ροκάνα;

Καλά περνάω σου λέω και του λόγου μου
μοιράζω ακόμα απ το απόθεμα του χρόνου μου
πασχίζω να ονειρεύομαι, τραβολογιέμαι, καίγομαι
νέτα σκέτα την σκαπούλαρα και χαίρομαι.
Του κάθε συκοφάντη θέμα ήμουν και μέλημα,
στημένη φάρσα για όποιον τα βρήκε έτοιμα
το μόνο μου έγκλημα ξεστόμισα αβίαστα
ό,τι ξεσκέπαζε τ ασπούδαχτα κι αχρείαστα.
Έξτρα παράγραφος είμαι πριν το επικείμενο τέλος
αναπάντεχα ορεξάτος κι ενεργό ακόμα μέλος
και πριν τα σάλια σου χυθούν βρες μου παρόμοιο
με το Low Bap και θα του φτιάξω εγώ το εγκώμιο.
Άσβεστη δίψα μου κράτα τα μπόσικα στην ιστορία,
έκανε γκελ και κύκλο κι αυτή η συγκυρία
χωρίς την ξεφτίλα στιγμή να κανακέψουμε
δεν έχουμε ευτυχώς τίποτα να ζηλέψουμε

Προβληματισμοί της συγκυρίας

Για τους δημοσιογράφους το χειρότερο σενάριο είναι να μην υπάρχουν μεγάλα γεγονότα. Και μετά από έναν καταιγισμό τέτοιων, τώρα επικρατεί σχετική ηρεμία, που σημαίνει ότι η σκόνη καθίζει εκεί που πρέπει και φαίνεται η αλήθεια.

Και αποδεικνύεται περίτρανα ότι έχουμε ένα εντελώς ανάξιο πολιτικό προσωπικό και αναξιοπρεπές μεγαλοδημοσιογραφικό σύνολο. Το πολιτικό ρεπορτάζ των ημερών προκαλεί μόνον αναγούλα- είναι σαφές ότι το μόνο που τους νοιάζει είναι ο κώλος τους και η καρέκλα στην οποία κάθονται.

Δεν είναι καινούργιο αυτό, όμως μετά τα όσα ζήσαμε είναι δυσάρεστο -ως συμπέρασμα ή επιμύθιο- ότι δεν διδαχθήκαν τίποτα και το "μήνυμα" έμεινε ανεπίδοτον και πάλι.

Τετάρτη 4 Φεβρουαρίου 2009

I want change

Banksy

Προσεχώς κανίβαλοι

Ένα φάντασμα πλανάται πάνω από τον παγκόσμιο χάρτη: Η οργή που συσσωρεύεται από την αδικία του οικονομικού μοντέλου που εφαρμόστηκε τα τελευταία χρόνια από τους μαθητευόμενους μάγους του νεοφιλελευθερισμού.

Τα σημάδια της οργής είναι πλέον εμφανή και στην πλούσια Δύση, καθώς η κρίση χτυπάει την πόρτα ακόμα και των μεσαίων στρωμάτων. Πολλοί εκτιμούν ότι η αντίδραση δεν αργεί: Και θα είναι παγκόσμια.

Η τιμή του «μαύρου χρυσού» έχει ξεκινήσει μία ανεξέλεγκτη κούρσα μετακυλίοντας το κόστος της αύξησης της ενέργειας σε όλους τους κλάδους. Οι αναλυτές προβλέπουν ότι οι τιμές του πετρελαίου θα μπορούσαν να ανέλθουν μέχρι και στα 200 δολ/βαρέλι, προκαλώντας σπασμούς τρόμου σε παγκόσμια κλίμακα.

Την ίδια ώρα είτε λόγω της δράσης των κερδοσκόπων είτε λόγω της ανόδου στις τιμές της ενέργειας που οδήγησε στην αναγκαιότητα των βιοκαυσίμων, ένα μεγάλο ποσοστό του παγκόσμιου πληθυσμού υποφέρει από την έλλειψη τροφίμων, οδηγώντας την ανθρωπότητα στο σημείο μηδέν. Η επισιτιστική κρίση λαμβάνει μορφή χιονοστιβάδας και στο διάβα της παρασύρει περισσότερες χώρες.

Ενδιάμεσα έχει προκύψει και νομισματική κρίση. Η ύφεση της αμερικανικής οικονομίας είναι προ των θυρών με το δολάριο να υποχωρεί διαρκώς έναντι του ευρώ και του γεν.

Αυτό, βεβαίως, για την Ευρώπη έχει διττό αποτέλεσμα. Από τη μία το κόστος στον κλάδο της ενέργειας βρίσκει ανάχωμα, ωστόσο το ισχυρό νόμισμα προκαλεί ακρίβεια, συνεπώς και πληθωριστικές πιέσεις. Από την πλευρά της η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αντιμετωπίζει το «σκιάχτρο» του πληθωρισμού διατηρώντας σε υψηλά επίπεδα τα βασικά της επιτόκια και ζητώντας περισσότερη λιτότητα- συγκράτηση μισθών και τιμών. Ο κρότος στην πόρτα της μεσαίας τάξης ακούγεται δυνατός.

Στην Ελλάδα το χρέος των νοικοκυριών προς τις τράπεζες σε πιστωτικές κάρτες και δάνεια τείνει να ανέλθει στο 100% του ΑΕΠ, ενώ με σύγχρονη μάστιγα μοιάζει η κατάσχεση και ο πλειστηριασμός των κατοικιών.

Ταυτόχρονα η χώρα μας κατέκτησε το «χρυσό μετάλλιο» στην Ευρώπη αναφορικά με την ακρίβεια στα βασικά καταναλωτικά αγαθά. Ακόμα και αμιγώς ελληνικά προϊόντα όπως είναι η φέτα ή η πιπεριά Φλωρίνης πωλούνται φθηνότερα στα γερμανικά Σούπερ Μάρκετ. Από δίπλα και η τιμή της βενζίνης…

Παράλληλα οι μισθοί παραμένουν καθηλωμένοι, όπως και οι συντάξεις, η αγοραστική δύναμη των Ελλήνων βαίνει μειούμενη, ενώ το φάσμα της ανεργίας προκαλεί δονήσεις τρόμου στη νεολαία, η οποία για να ανταπεξέλθει επιλέγει να παραμείνει υπό την οικογενειακή στέγη βάζοντας χαλινάρια στην ανεξαρτησία της. Σύμφωνα με τελευταία έρευνα το 85% των 30ρηδων ζουν με τους γονείς τους, παρότι το 55% είναι οικονομικά ανεξάρτητοι, ενώ το 30% όσων παντρεύονται παραμένουν στην πατρική στέγη.

Σε συντριπτικό ποσοστό οι Έλληνες αντιλαμβάνονται ως τα μεγαλύτερα προβλήματα της εποχής σε τοπικό επίπεδο την ακρίβεια και την ανεργία: Αμφότερες αντιμετωπίζονται μόνο σε θεωρητικό επίπεδο από τις κυβερνήσεις των τελευταίων ετών, πολλές φορές και με προκλητικές δηλώσεις που μοιάζουν να απευθύνονται σε ηλιθίους. Συγκεκριμένα αντί να αντιμετωπιστούν τα καρτέλ στον τομέα της ακρίβειας εξαγγέλλονται συνεχώς δέσμες μέτρων…

Συμπύκνωμα των παραπάνω είναι μία συσσωρευμένη οργή που προς το παρόν διοχετεύεται… κανιβαλιστικά. Ο ένας επιχειρεί να «φάει» τον άλλο στην προσπάθεια του να επιβιώσει. Ο νόμος της ζούγκλας εμφανίζεται απειλητικός στη σύγχρονη Ελλάδα.

Η προϊούσα αποχαύνωση, το ρουσφετολογικό αλισβερίσι πολιτικών- πολιτών, η λαμογιά και ο ωχαδερφισμός έχουν εξοβελίσει κάθε απόπειρα μαζικής συλλογικής δράσης. Ο σύγχρονος Έλληνας μοιάζει έρμαιο της μοίρας του… Ζήσε και άσε τους άλλους να πεθάνουν.

Και προκύπτει απελπισία. Λύση ατομική δεν υπάρχει, μόνο συλλογική- μοναχά με το να γίνουμε πολλοί. Και σε αυτό το σημείο ο Μάης του ’68 γίνεται επίκαιρος. Η αντίδραση φαντάζει επιτακτική. Κι αν οι φοιτητές ανάψουν τη σπίθα, τη φορά αυτή με διαφορετικό πρόταγμα (και όχι με αίτημα να μην αλλάξει τίποτα στα Πανεπιστήμια) ενδεχομένως να εκπλαγούν από την υποστήριξη που θα τύχει ο αγώνας τους…

Δαρβίνος: ο αιώνιος διχαστικός

Την ώρα που στα γαλλο-ελβετικά σύνορα η επιστήμη επιχειρεί να αναβιώσει το Big Bang προκειμένου να κάνει βήματα μπροστά στην ερμηνεία του σύμπαντος, μία αλλότρια και βγαλμένη από τις σελίδες του παρελθόντος αντιπαράθεση αναζωπυρώνεται στον πολιτισμένο κόσμο.

Ο Δαρβίνος δεν έπαψε ποτέ να είναι επίκαιρος με τη θεωρία του, πολλές φορές αποκτώντας διττό ρόλο: από τη μία αποτελεί ισχυρό όπλο στη φαρέτρα των όσων πιστεύουν στην τετράγωνη λογική της επιστήμης και από την άλλη βρίσκεται στο στόχαστρο των αποκαλούμενων «δημιουργιστών», όσων δηλαδή πιστεύουν κατά γράμμα στη βιβλική ερμηνεία της δημιουργίας.

Η πλειονότητα των επιστημόνων θεωρεί το θέμα λήξαν προ πολλού, ωστόσο δεν αντιστέκεται στον πειρασμό να επιχειρηματολογήσει εναντίον των (πολύ) θρησκευόμενων που αντιπροτείνουν ή και επιβάλλουν (κυρίως στις ΗΠΑ) τη θεωρία της Δημιουργίας.

Το επίκεντρο της αντιπαράθεσης εντοπίζεται ως επί το πλείστον στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, όπου φανατικοί πολέμιοι του Δαρβίνου έχουν εξωπετάξει σε αρκετές πολιτείες τη θεωρία της εξέλιξης από τη διδακτέα ύλη στα σχολεία. Θιασώτης αυτής της άποψης είναι και η υπερ-συντηρητική υποψήφια αντιπρόεδρος με τους Ρεπουμπλικάνους, Σάρα Πέιλιν.

Εσχάτως, ωστόσο, το ζήτημα βρήκε πεδίο αντιπαράθεσης και στη Γηραιά Ήπειρο και δη στην- κατά συντριπτική πλειοψηφία- κοσμική Μεγάλη Βρετανία.

Ο βιολόγος και ιερέας, Μάικλ Ράις, παραιτήθηκε από τη θέση του διευθυντή εκπαίδευσης της Βασιλικής Εταιρίας- της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών- μετά το κύμα αντιδράσεων που προκάλεσε η τοποθέτηση του σε συνέδριο, όταν υποστήριξε ότι «ο δημιουργισμός πρέπει να διδάσκεται στα βρετανικά σχολεία, όχι ως παρανόηση, αλλά ως κοσμοθεωρία, από σεβασμό στις θρησκευτικές πεποιθήσεις ορισμένων μαθητών».

Η αντίδραση της επιστημονικής κοινότητας της Βρετανίας ήταν άμεση και εξαιρετικά επιθετική εναντίον του Ράις. Ο κάτοχος του Νομπέλ Ιατρικής το 1993, σερ Ρίτσαρντ Ρόμπερτς, έκανε λόγο για «εξωφρενικές απόψεις», ζητώντας την άμεση απομάκρυνσή του Ράις από τη Βασιλική Εταιρία. Πολλοί επιστήμονες τόνισαν ότι είναι παράλογο να εξισώνεται ο δημιουργισμός με την επιστήμη στη διδασκαλία στα σχολεία.

Ο Μάικλ Ράις αντέτεινε ότι πρέπει να εκφράζονται ελεύθερα οι αμφιβολίες των μαθητών αναφορικά με το ζήτημα της γέννησης και της εξέλιξης της ζωής.

Η απάντηση της Βασιλικής Εταιρείας ήταν άμεση: «Ο δημιουργισμός δεν έχει επιστημονική βάση και δεν πρέπει να αποτελεί μέρος της επιστημονικής εκπαίδευσης. Αν όμως ένας νεαρός μαθητής θέτει το ζήτημα του δημιουργισμού σε μια επιστημονική τάξη, τότε οι δάσκαλοι πρέπει να μπορούν να εξηγήσουν γιατί η εξέλιξη είναι μια ορθή επιστημονική θεωρία και γιατί ο δημιουργισμός σε καμία περίπτωση δεν είναι επιστημονικός».

Διαπρύσιοι πολέμιου του δημιουργισμού, όπως ο γνωστός συγγραφέας- βιολόγος υποστηρικτής της αθεΐας, Ρίτσαρντ Ντόκινς, («Η περί Θεού αυταπάτη») προχώρησε στην κατηγοριοποίηση του επιστημονικού κόσμου: «Οι επιστήμονες χωρίζονται σε δύο στρατόπεδα. Τους συμβιβαστικούς που σέβονται τους δημιουργιστές μολονότι διαφωνούν μαζί τους και τους υπόλοιπους που δεν βλέπουν κανένα λόγο να σέβονται την άγνοια ή τη βλακεία».

Τελικώς ο Ράις παραιτήθηκε, έχοντας όμως πετύχει το σκοπό του: άνοιξε η συζήτηση στη Μ. Βρετανία, ακολουθώντας τα χνάρια της αντίστοιχης Ακαδημίας στις ΗΠΑ, όπου η κυρίαρχη θέση είναι η συμβιβαστική, που αρνείται να διακρίνει σύγκρουση ανάμεσα στη θρησκεία και την εξέλιξη. Μία αναπόφευκτη πραγματικότητα, δεδομένου ότι περίπου οι μισοί Αμερικανοί θεωρούν σχεδόν διαβολική τη θεωρία του Δαρβίνου και επιλέγουν το δρόμο της δημιουργίας μέσα από τις σελίδες της Βίβλου.

Το θέμα πήρε μεγαλύτερες διαστάσεις και έφθασε μέχρι και στις πύλες του Βατικανού. Ο εκπρόσωπος για θέματα πολιτισμού, αρχιεπίσκοπος Τζιανφράνκο Ραβάζι, υποστήριξε ότι «η θεωρία της εξέλιξης είναι συμβατή με τη Βίβλο». Η μετριοπαθής στάση του Βατικανού βασίζεται στην αντίληψη της Αγίας Έδρας περί αλληγορίας όσον αφορά στην ερμηνεία της Βίβλου- κυρίως σε σχέση με τη Θεία δημιουργία του κόσμου εντός έξι ημερών («θεϊστική εξέλιξη»).

Οι καθολικοί δεν αποκλείουν τη φυσική εξελικτική διαδικασία για τη διαμόρφωση του ανθρώπινου είδους από τον ίδιο το Θεό. Ο Ραβάζι τόνισε, μάλιστα, ότι «ο δημιουργισμός ανήκει αυστηρά στη θεολογική σφαίρα και δεν μπορεί να χρησιμοποιείται ως επιστημονική ιδεολογία».

Οι φανατικοί ευαγγελιστές στις ΗΠΑ διαφωνούν και αναπτύσσουν πολεμική εναντίον του Δαρβινισμού.

«Είμαστε αλήτες, είμαστε ρουφιάνοι»

Κάποια χρόνια ήδη στο χώρο γνωρίζω από την καλή και την ανάποδη ότι είναι αρκούντως (σε βαθμό ασφυξίας ενίοτε) δύσκολο να γράφεις τις ειδήσεις όπως τις αντιλαμβάνεσαι και τις νιώθεις και να μην ντρέπεται η ψυχή σου. Δυστυχώς δεν συμβαίνει διότι χίλιοι μύριοι παράγοντες της νέας οικονομίας επιβάλλουν κάτι σαν ομερτά (για να επιβιώσουμε βρε αδερφέ…), που σημαίνει ότι είτε γίνεσαι ο χείριστος των Τσάτσων με τη στολή του βασιλικότερου του βασιλέως είτε απλά αυτολογοκρίνεσαι όσο αντέχεις.

Mια διάσταση της δουλειάς μας, αυτής της τόσο καταραμένης δημοσιογραφίας, που έχει γίνει τα τελευταία χρόνια αντικείμενο συζήτησης σε κάθε παρέα. Με αιχμή το πόσο άχρηστοι, ρουφιάνοι, γελοίοι και (πολλά) λοιπά που είμαστε… (υποτίθεται).

Δεν είναι όμως αυτό η μόνη αλήθεια. Υπάρχει ένα (μικρό πίστεψε με) ποσοστό μεγαλοδημοσιογράφων που αμείβεται με προκλητικά μεγάλα ποσά, που φαίνεται στις τηλεοράσεις και που διαπλέκεται με την εξουσία. Αυτοί συνήθως φωνάζουν, ψεύδονται και προσπαθούν να σώσουν (με κάθε τρόπο) το τομάρι της ματαιοδοξίας τους. Αυτοί όλοι ζήτημα είναι να αποτελούν το 5% του κλάδου. Αυτοί, ωστόσο, σέρνουν το καράβι των ύβρεων εις βάρος όλων. Αν ιδρώνει το αυτί τους; Όχι βέβαια. Δεν τους νοιάζει.

Υπάρχει ένα ακόμα ποσοστό, ίσως ελαφρώς μεγαλύτερο από το προαναφερθέν, που είναι οι υποτακτικοί, οι σφουγγοκωλάριοι, οι προσκυνημένοι, οι υπηρέτες των αφεντικών τους, που ό,τι κάνουν, το κάνουν γιατί θεωρούν (πρόστυχα) ότι είναι το σωστό, ότι έτσι πρέπει να πράττουν και είναι και ευτυχείς για τις υπηρεσίες τους. Αυτοί αμείβονται σχετικά καλά, ίσως έχουν 2-3 δουλειές (και η συνολική τους εργασία δεν υπερβαίνει τη μισή δουλειά). Είναι οι λεγόμενοι δημοσιοσχεσίτες.

Και υπάρχει και η τεράστια μάζα, η στρατιά των (νέων σε ηλικία κυρίως) δημοσιογράφων που κάνουν όλη την (πραγματική) δουλειά. Που είναι στο ρεπορτάζ, που τρώνε όλη τη μέρα και τη νύχτα (ορισμένες φορές) στα γραφεία, «στους λόφους και τα βουνά», που βρίσκονται παρόντες εκεί που εκτυλίσσεται η είδηση, που δέχονται τις μολότοφ στο κεφάλι, που καταπίνουν όλα τα χημικά. Και αν δεν τα θέλετε όλα τόσο ζόρικα, είναι αυτοί που για ένα ξεροκόμματο αγωνίζονται με τις ώρες να βγάλουν το ρεπορτάζ για να επιβιώσουν με τα ελάχιστα που συνήθως παίρνουν. Γιατί; Επειδή γουστάρουν αυτή τη δουλειά. Είναι «γραφικοί» και ρομαντικοί.

(Ξέρεις ρε μάγκα τι είναι να έχεις τρία πτυχία- τα οποία ίδρωσες για να τα πάρεις, δεν στα χάρισε κανένας- και να αμείβεσαι με βασικό μισθό ανειδίκευτου εργάτη. Και δεν είναι λίγοι αυτοί).

Υπάρχει και ένα μικρό ποσοστό δημοσιογράφων, οι οποίοι είναι φωτισμένοι, είναι πρωτοπόροι, οδηγούν χωρίς να κάνουν θόρυβο το επάγγελμα μπροστά και κερδίζουν την καθολική αναγνώριση με τη δουλειά τους (και μόνο). Είναι λίγοι, αλλά είναι οι καλοί. Και αυτοί (για κάποιο ανεξήγητο λόγο) δεν γίνονται το σημείο αναφοράς των δημοσιογράφων συνολικά.

Ναι, επίσης, κάπου η δημοσιογραφία παρεξέκλινε. Βγήκαν ορδές νέων δημοσιογράφων από διάφορες (στα λόγια) σχολές που είναι ημιμαθείς, που δεν μπορούν να συντάξουν σωστά μια πρόταση, που κάνουν τηλεοπτικά (δημοσιογραφικά) όνειρα, που (ίσως) για πρότυπο έχουν πρωινό-μεσημεριανές εκπομπές, που πιάνουν ένα μαρκούτσι και ρωτάνε τη χαροκαμένη μάνα «πως νιώθεις;», που θεωρούν (πραγματικά) είδηση τι διάολο είπε ο σχεδιαστής μόδας ή ο τραγουδιάρης του συρμού, που απλά δεν έχουν κατανοήσει τι σημαίνει δημοσιογραφία, την ουσία και το πνεύμα των ειδήσεων.

Η δημοσιογραφία είναι σκληρό και προλεταριακό επάγγελμα. Ναι, οι περισσότεροι αγαπάτε να μας βρίζετε και θεωρείτε (τελείως λαθεμένα) ότι στο πρόσωπο του συνόλου λοιδορείτε όλα τα κακά της μοίρας μας. Δείτε το σαν ένα κτίριο που κατέρρευσε για κάποιο λόγο. Ποιον θα βρίζατε; Τους εργάτες ή τους κατασκευαστές; Τους ιθύνοντες ή αυτούς που το οικοδόμησαν κάτω από αντίξοες συνθήκες με τρεις και εξήντα; Νομίζω ότι είναι γνωστή η απάντηση. Στους δημοσιογράφους, όμως, γιατί δεν το κάνετε; Γιατί πλανάστε τόσο οικτρά; Γιατί στο πρόσωπο 5-6 μεγαλοδημοσιογράφων ρίχνετε λάσπη σε όλο τον κλάδο; Ίσως και να απάντησα… ίσως πάλι όχι.

Και ξέρεις ρε μάγκα. Έχεις όλα αυτά να σε βασανίζουν στο επάγγελμα που γουστάρεις και έρχεται κάποιος και σου πετάει τη λάσπη, σε λέει ρουφιάνο και νομίζει ότι ο ένας ή οι κάποιοι (που αυτός αντιπαθεί) είναι το σημείο αναφοράς όλων των άλλων. Έτσι απλά και ξεκάθαρα. Η γενίκευση είναι απέραντο λάθος. Τελεία και παύλα.